για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία

για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία
...................................................για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία
Δεν έχουμε δεν πληρώνουμε....
"Η χώρα δεν έχει ανάγκη από μια συμφωνία γενικά. Έχει ανάγκη από μια έξοδο από τα αδιέξοδα των μνημονίων, από μια σύνθετη πολιτική διεξόδου και αναγέννησης σε όλους τους τομείς, παραγωγικής και πνευματικής – κοινωνικής, εθνικής ανασυγκρότησης, που δεν μπορεί να γίνει μέσα από τα νεοφιλελεύθερα δόγματα και τους όρκους πίστης στις συνθήκες της Ε.Ε., χωρίς έναν σταθερό προσανατολισμό για μια νέα θέση της χώρας στον γεωπολιτικό άξονα. [Ο Δρόμος της Αριστεράς]

Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011

Rolf Pole: Το όνομα μου είναι Άνθρωπος…



του Μιχάλη Σκούρτη


...έχω πολλούς πατέρες κι έχω πολλές μητέρες.
Κι έχω πολλές αδερφές κι έχω πολλούς αδερφούς. Οι αδελφοί μου είναι μαύροι κι οι μητέρες μου κίτρινες.
Κι οι πατέρες μου είναι κόκκινοι κι οι αδελφές μου ανοιχτόχρωμες.
Κι είμαι πάνω από δέκα χιλιάδων χρόνων.
Και τ' όνομά μου είναι άνθρωπος.
Και ζω απ' τον αέρα και ζω απ' το ψωμί.
Και ζω απ' το φως και ζω απ' την αγάπη.
Κι έχω δυο μάτια κι όλα μπορώ να τα δω.
Κι έχω δυο αυτιά κι όλα μπορώ να τα καταλάβω.
Κι έχουμε έναν εχθρό, αυτός μας στερεί τη μέρα. µει απ' τη δική μας τη δουλειά.
Kαι ζει απ' τη δύναμή μας.
Κι έχει δυο μάτια και δεν θέλει να δει.
Κι έχει δυο αφτιά, κι όμως δεν θέλει να καταλάβει.
Κι είναι πάνω από δέκα χιλιάδων χρόνων.
Κι έχει πολλά ονόματα.
Και ξέρω, θα πολεμήσουμε.
Και ξέρω, θα νικήσουμε.
Και ξέρω, θα ζήσουμε.
Και θ' αγαπηθούμε.
Κι ο πλανήτης Γη… σ' όλους μας θ' ανήκει.
Κι ο καθένας θα έχει αυτό που χρειάζεται.
Και δεν θα πάρει πια δέκα χιλιάδες χρόνια. Γιατί έφτασε η ώρα!


Αυτοί οι στίχοι αποτέλεσαν και την προσωπική δήλωση του Rolf Pole ενώπιον του δικαστηρίου που τον δίκαζε τον Σεπτέμβρη του '73, στίχοι του ομώνυμου τραγουδιού από το συγκρότημα «Ton Steine Scherben» με τον Rio Reiser που ήταν το αγαπημένο του γκρουπ, όπως όλης της γερμανικής ακροαριστεράς και όχι μόνο. Ο Rolf γεννήθηκε το 1942 στο βομβαρδισμένο Βερολίνο.

Το σπίτι του έχει καταστραφεί και ως το 1945 ζει στο σπίτι οικογενειακών φίλων.
Οι πρώτες παιδικές του εικόνες είναι εικόνες καταστροφής και μεταπολεμικής βίας.
Ο πατέρας του, Rudolf Pole, είναι αιχμάλωτος πολέμου έως το 1947 και στη συνέχεια καταλαμβάνει τη θέση του καθηγητή Πανεπιστημίου στο Εrlangen.
Ο παππούς του, Ludwig Pole, ήταν γνωστός οικονομολόγος και καθηγητής. Από το 1954 ο Rolf ζει στο Μόναχο. Σπουδάζει στη Νομική του Βερολίνου και του Μονάχου. Το 1966 παίρνει το πτυχίο του. Από το 1966 έως το 1970 δουλεύει σαν ασκούμενος δικηγόρος και αναδεικνύεται ηγετική προσωπικότητα του ριζοσπαστικού νεολαιίστικου κινήματος.

Τα λαϊκά έντυπα αναφέρονται σ' αυτόν με το παρατσούκλι «APO-Anwalt» (Δικηγόρος της APO, εξωκοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης),αφού υπερασπίζεται ως δικηγόρος τα μέλη του ακροαριστερού κινήματος. Το 1969 δικάζεται για την παρουσία του στις διαδηλώσεις που ξέσπασαν μετά την απόπειρα δολοφονίας κατά του Ντούτσκε. Καταδικάζεται σε 15 μήνες φυλάκιση χωρίς αναστολή. Πρόκειται για τη βαρύτερη ποινή εκείνης της περιόδου για παρόμοιο «αδίκημα». Η αλληλεγγύη του προς τους διωκόμενους αγωνιστές της αριστεράς όλων των αποχρώσεων τον φέρνει και πάλι στη φυλακή Straubing το 1971.

Μένει προφυλακισμένος για δύο χρόνια. Η δίκη του (Σεπτέμβριος 1973 - Μάρτιος 1974) καταλήγει σε τροποποίηση του κατηγορητηρίου.

Καταδικάζεται για «συμμετοχή στη RAF» σε φυλάκιση έξι χρόνων και πέντε μηνών. Τον Μάρτιο του 1975, μετά την απαγωγή του Peter Lorentz από την οργάνωση «Κίνημα 2 Ιούνη», απελευθερώνεται μαζί με άλλους έξι κρατούμενους. Του προσφέρεται πολιτικό άσυλο στην Υεμένη. 

Το 1976 συλλαμβάνεται στην Αθήνα στην οποία έχει βρει καταφύγιο αμέσως μετά τη μεταπολίτεύση. Η Δ. Γερμανία ζητάει την άμεση έκδοση του και η «Bild», η μεγαλύτερη γερμανική εφημερίδα, τον χαρακτηρίζει ως τον «πιο επικίνδυνο Γερμανό τρομοκράτη» (23/7/76)…

Τα διεθνή Μ.Μ.Ε αναφέρονται σ' αυτόν ως «ηγετικό στέλεχος της συμμορίας Baader-Μeinhof».

Αναπτύσσεται πρωτοφανής πολιτικός διάλογος και κίνημα αλληλεγγύης και συμπαράστασης με συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις που σφράγισαν μια ολόκληρη περίοδο στο οποίο πρωταγωνιστούν οργανώσεις της ελληνικής ακροαριστεράς όπως Ο.Κ.Δ.Ε, Ο.Σ.Ε, Μαχητής, Ο.Π.Α κ.α.

Μέσα σ' αυτό το κλίμα όλη πλέον η τότε αντιπολίτευση ζητάει την παραχώρηση πολιτικού ασύλου στον Pole. Από τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Γιάννη Χαραλαμπόπουλο μέχρι τον Χαρίλαο Φλωράκη, τον Μπάμπη Δρακόπουλο και τον Μανόλη Γλέζο.

Το Εφετείο Αθηνών σε μια ιστορική συνεδρίασή του και μέσα στην έντονα πολιτική αντίσταση που κυριαρχεί πια, δέχεται τελικά με πλειοψηφία (3-2) ότι «τα εγκλήματα της γερμανικής τρομοκρατίας» συνιστούν πολιτικά εγκλήματα και απαγορεύει την έκδοση, απορρίπτοντας τη Γερμανική απαίτηση. Όμως οι Αρεοπαγίτες μέσα σε 24 ώρες προσβάλλοντας την απόφαση των εφετών αποφασίζουν την άμεση έκδοση του στη τότε Δ. Γερμανία των «Λευκών κελιών» (μια αποτρόπαια απόφαση «πολιτικής» σκοπιμότητας ), δύο μέρες πριν από τις γερμανικές εκλογές του Οκτώβρη. Η παράδοση του Πόλε θεωρήθηκε το «πολιτικό» ρουσφέτι του Κωνσταντίνου Καραμανλή προς τον Helmut Shmitt, για να εξασφαλίσει την υποστήριξή του στην ένταξή μας στην Ε.Ο.Κ...

Οι τρεις δικαστές του Εφετείου που τόλμησαν να υποστηρίξουν ότι ο Pole διώκεται για πολιτικά εγκλήματα (Αλεξόπουλος, Βάλλας, Σαρτζετάκης) υπέστησαν πειθαρχική δίωξη. Η τιμωρία τους ανεστάλη μετά και τη κινητοποίηση του νομικού κόσμου, όχι όμως και η έκδοση του Pole.

Από το 1976 ως το 1978 ο Pole ξανακλείνετε στο Straubing. Τον Μάρτιο του 1978 ακολουθεί νέα δίκη, με την κατηγορία της «ληστρικής εκβίασης», επειδή δέχτηκε να απελευθερωθεί το 1975. Καταδικάζεται σε τρία χρόνια και τρεις μήνες. Φυλακίζεται στο Κeisheim, απ' όπου αποφυλακίζεται οριστικά τον Σεπτέμβριο του 1982.

Η ανάμνηση του κινήματος συμπαράστασης φέρνει τον Pole και πάλι στην Ελλάδα. Το 1984 παντρεύεται τη δικηγόρο Κατερίνα Ιατροπούλου και εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα.

Ο τότε Έλληνας υπουργός Δημόσιας Τάξης Αντώνης Δροσογιάννης (1985), τον ονομάζει «πρύτανη της τρομοκρατίας». Μέχρι το τέλος της ζωής του αποτελούσε αγαπημένο στόχο των αντιτρομοκρατικών σχεδιασμών, των μεγαλύτερων μυστικών υπηρεσιών.

Ο ίδιος εργάζεται ως καθηγητής γερμανικών, μεταφραστής και συγγραφέας. Αρθρογραφεί επίσης τακτικά στο περιοδικό «Σχολιαστής» και συμμετέχει στη συντακτική του ομάδα. Από το 1990 παρέχει την πολύτιμη φιλική του συνεργασία στον «Ιό».

Καμία από τις ανυπόστατες και βαθιά ανήθικες κατηγορίες δεν ανταποκρίνεται στον πραγματικό Rolf Pole. Βαθιά ανθρωπιστής ο ίδιος, απόλυτα συνειδητοποιημένος ειρηνιστής και εξαιρετικά καλλιεργημένος, βρέθηκε πρωταγωνιστής στη δίνη των γεγονότων στα «μολυβένια χρόνια» της δεκαετίας του '70 στη Γερμανία, εξαιτίας της προσήλωσής του στις αξίες της αλληλεγγύης, του αλτρουισμού και της συντροφικότητας. Την άρνησή του να προδώσει τις αρχές του τη πλήρωσε με φυλάκιση στα λευκά κελιά, απαγόρευση εργασίας και ασταμάτητες διώξεις. Η υγεία του κλονίστηκε ανεπανόρθωτα. Ωστόσο, έως το τέλος παρέμεινε Άνθρωπος με θάρρος και χιούμορ. Ο τίτλος που διάλεξε για το βιβλίο του «Το όνομά μου είναι Άνθρωπος» συνοψίζει όλα του τα πιστεύω.

Πολίτης του κόσμου, ως επαναστάτης, ο Rolf ένιωθε την Ελλάδα δεύτερη πατρίδα του: «Χωρίς τη δική σας αλληλεγγύη, έλεγε ο ίδιος δεν θα μπορούσα να σας μιλάω και να γράφω. Θα ήμουν νεκρός ή θαμμένος σε κάποια φυλακή». 

Μορφή της κάποτε επανάστασης ο Rolf Pole και πρότυπο ολοκληρωμένου, ανυπότακτου στον αυταρχισμό πολίτη, ευαίσθητος και τρυφερός, αλλά και συνάμα αλύγιστος και ακατάβλητος. Γοήτευε και σημάδευε ανεξίτηλα όσους είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν. Ήταν ημέρα Παρασκευή όταν μέσα στο δικαστήριο ο Rolf ψιθύριζε… «Κάντε ό,τι μπορείτε να μη με στείλουν αύριο, Σάββατο (..…) Σάββατο βρήκαν τον θάνατο οι περισσότεροι από τους συντρόφους…». Τον έστειλαν αυθημερόν…

Ήταν ημέρα Σάββατο και είχε παγωνιά όταν καμιά 200αριά Άνθρωποι μαζεύτηκαν στου µωγράφου ν' αποχαιρετήσουν τον Άνθρωπο. Έφυγε και η μουσική έπαιζε…η ίδια μουσική που αγάπησε, η ίδια μουσική που έπαιζε όταν ο ίδιος, μαζί με άλλους, αποχαιρετούσαν τον πατέρα του. Σύντροφοι, μαθητές, φίλοι, συγγενείς, συνάδελφοι, απλοί αγωνιστές, άλλοι με μαυροκόκκινες σημαίες στους ώμους, άλλοι με λουλούδια στα χέρια.

Μια νεαρή κοπέλα με καθάριο πρόσωπο έκλαιγε μ' αναφιλητά, μια μαυροφορεμένη γυναίκα μου ζήτησε να ρίξω τα λουλούδια μέσα, ήταν πολλά τα έριξα ένα-ένα και συνέχισα να κοιτάζω μπροστά…
«Αθάνατος» θα είναι μέσα στους διαρκείς αγώνες αυτών που τον γνώρισαν, αλλά και αυτών που έρχονται και δε θα τον γνωρίσουν… κάποια στιγμή, σε κάποιο τόπο, με κάποιο τρόπο θα τον «αναγνωρίσουν»… μπροστά τους, πλάι τους, μέσα τους.

Μιχάλης Σκούρτης