για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία

για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία
...................................................για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία
Δεν έχουμε δεν πληρώνουμε....
"Η χώρα δεν έχει ανάγκη από μια συμφωνία γενικά. Έχει ανάγκη από μια έξοδο από τα αδιέξοδα των μνημονίων, από μια σύνθετη πολιτική διεξόδου και αναγέννησης σε όλους τους τομείς, παραγωγικής και πνευματικής – κοινωνικής, εθνικής ανασυγκρότησης, που δεν μπορεί να γίνει μέσα από τα νεοφιλελεύθερα δόγματα και τους όρκους πίστης στις συνθήκες της Ε.Ε., χωρίς έναν σταθερό προσανατολισμό για μια νέα θέση της χώρας στον γεωπολιτικό άξονα. [Ο Δρόμος της Αριστεράς]

Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2015

Σεραφείμ Σεφεριάδης: «Είναι βέβαιο ότι οι κυρίαρχοι θα αντιδράσουν»

  Κοινωνία - Πολιτική    

  Συνέντευξη του    

σ. Σεραφείμ Σεφεριάδη, 

καθηγητή στο Πάντειο,
 στη Βασιλική Σιούτη 
– αναδημοσίευση από το ThePressProject





Ποια είναι τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά αυτής της εκλογικής αναμέτρησης, κατά τη γνώμη σας;
Πρόκειται, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, για μια ιστορική αναμέτρηση –ίσως την πιο σημαντική μεταπολεμικά -όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά, τολμώ να πω και για ολόκληρη την Ευρώπη. Αυτό είναι βέβαια κάτι που τελευταία λέγεται κατά κόρον, σπάνια όμως επισημαίνεται με σαφήνεια και ο λόγος: το γεγονός, δηλαδή, ότι στην Ελλάδα αντανακλώνται ταυτόχρονα τόσο τα αδιέξοδα του συστήματος όσο και η ελπίδα μιας διαφορετικής πορείας. Είναι και πάλι ώρα να θυμηθούμε ότι η κρίση που δραματικά βιώνουμε δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, είναι διεθνής.

Δείτε τι γίνεται στην Ευρώπη –στη νεοφιλελεύθερη ΕΕ, που με τόσο θράσος επικαλείται το κυρίαρχο πολιτικό προσωπικό ως υπόδειγμα: παρατεταμένη οικονομική στασιμότητα, σταθερά διψήφια ανεργία (σχεδόν 26 εκατομμύρια), εκτεταμένη φτώχεια, γενικευμένη περιστολή δικαιωμάτων. Όπως είναι φυσικό, τα αδιέξοδα αυτά δημιουργούν εκτεταμένες πολιτικές αναταράξεις. Ακόμα και σε «προηγμένες» χώρες τα λαϊκά στρώματα αντιδρούν (λ.χ., Βρετανία, Βέλγιο, ακόμα και στη Σκανδιναβία) και σε μια σειρά χώρες το πολιτικό σύστημα κλυδωνίζεται –όμως, ως επί το πλείστον, όχι σε προοδευτική κατεύθυνση (καθώς μαρτυρά η άνοδος της ακροδεξιάς σε μεγάλες και σημαντικές χώρες όπως η Γαλλία). Με την έννοια αυτή η προοδευτική πολιτική αλλαγή που αναμένεται στην Ελλάδα βρίσκεται στην πρωτοπορία των εξελίξεων, γι αυτό άλλωστε και προκαλεί τόσο έντονο διεθνές ενδιαφέρον –ελπίδα στους «από κάτω» και πανικό στους κυρίαρχους.

Η Ελλάδα έχει βιώσει το απόλυτο συστημικό αδιέξοδο, έχει όμως βιώσει και το ζόφο της προοπτικής που οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις –ας το επαναλάβω: με ανερυθρίαστο θράσος- προβάλλουν: κατάργηση κάθε εργατικού δικαιώματος ώστε οι άνθρωποι να δουλεύουν (όποτε υπάρχει δουλειά) 10 και 12 ώρες με μισθούς πείνας των 300 και 400 ευρώ, ιδιωτικοποίηση κάθε δημόσιου αγαθού ώστε πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, παιδείας και ασφάλισης να έχουν μόνο οι πλούσιοι, κατασχέσεις κατοικιών κτλ. Αυτή είναι η κυρίαρχη ατζέντα, αυτού του είδους την «ανάπτυξη» ευαγγελίζονται οι λεγόμενες δυνάμεις της «ευθύνης».
Στις εκλογές αυτές συγκρούεται λοιπόν αυτή η ζοφερή προοπτική με την ελπίδα μιας εναλλακτικής πορείας –μιας πορείας πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού εκδημοκρατισμού που μόνο αυτός είναι σε θέση να αντιμετωπίσει το συστημικό αδιέξοδο. Η προοπτική αυτής της αλλαγής (και οι διεθνείς συνέπειες που αναπόφευκτα θα έχει) είναι τόσο ιστορική που καμιά φορά είναι δύσκολο κι εμείς οι ίδιοι να συνειδητοποιήσουμε.


Τι πιστεύετε ότι θα γίνει εάν νικητής των εκλογών είναι -όπως αναμένεται- ο ΣΥΡΙΖΑ;

Το πρώτο και πιο άμεσο είναι ότι τα λαϊκά στρώματα θα «αναπνεύσουν» –για να το πω παραστατικά. Το απόλυτα απεχθές και υπεροπτικό πρόσωπο της μνημονιακή εξουσίας έχει βυθίσει τον πληθυσμό της χώρας σε βαθιά κατάθλιψη, αν όχι απελπισία, κι αυτό άμεσα θα αλλάξει –κάτι που είναι εξαιρετικά σημαντικό και που δεν πρέπει καθόλου να υποτιμούμε. Η πολιτική αλλαγή θα αποτελέσει εφαλτήριο για να απελευθερωθεί μια τεράστια διεκδικητική-δημιουργική ενέργεια σε όλα εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που έχουν υποστεί τις επιπτώσεις της αδιέξοδης πολιτικής η οποία ακολουθείται τα τελευταία χρόνια. Φανταστείτε τις καθαρίστριες, τους απολυμένους στους Δήμους, τους κατοίκους της Χαλκιδικής που ηρωικά πάλεψαν και εξακολουθούν να παλεύουν ενάντια στην καταστροφή που τους απειλεί, φανταστείτε τους εργαζόμενους της ΕΡΤ, την εκ περιτροπής εργαζόμενη νεολαία –και τόσους άλλους. Η επερχόμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι δική τους νίκη, και έτσι θα τη νιώσουν. Στις περιστάσεις θα παρέχουν βέβαια ενθουσιώδη στήριξη, αλλά είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι δεν θα έχουν άλλο δρόμο από το να διεκδικήσουν πίσω τη ζωή που τους αφαιρέθηκε. Αυτό άλλωστε υπόσχεται μια αριστερή κυβέρνηση, αυτή είναι η επαγγελία της.
Δεν είναι μυστικό ότι η ηγεσία της ΕΕ και οι κυρίαρχες δυνάμεις δεν βλέπουν με καλό μάτι την επερχόμενη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτιμάτε ότι θα υπάρξουν αντιδράσεις και πιέσεις;
Ακριβώς για τους λόγους που προηγουμένως επεσήμανα, ότι δηλαδή η έλευση στην εξουσία μιας αριστερής κυβέρνησης θα αποτελέσει καταλύτη για το ξέσπασμα ενός μεγάλου διεκδικητικού κινήματος με αλυσιδωτές επιπτώσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη (ίσως και παγκόσμια), η αντίδραση των κυρίαρχων –τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς- είναι βέβαιη. Αυτό που οι κρατούντες θέλουν με κάθε τρόπο να αποτρέψουν είναι η ανάδυση μιας συγκεκριμένης εναλλακτικής, ένα ρήγμα στην καταθλιπτική λογική ΤΙΝΑ –της άποψης ότι δεν υπάρχει εναλλακτική. Μόνον έτσι είναι δυνατόν να συνεχίζουν τις αδιέξοδες πολιτικές που σήμερα ακολουθούνται.
Η όλη εικόνα θυμίζει την Πλατωνική αλληγορία του Σπηλαίου: οι κοινωνίες βρίσκονται στις μέρες μας αλυσοδεμένες στην υπόγεια σπηλιά του νεοφιλελεύθερου μονόδρομου, χωρίς ποτέ να έχουν αντικρύσει το φως της ημέρας παρά μόνο σκιές και αντίλαλους (τι άλλο άραγε είναι η «ανάπτυξη» που επαγγέλλεται η απερχόμενη κυβέρνηση;).
Για τους κυρίαρχους πρέπει με κάθε θυσία η κατάσταση αυτή να παραμείνει ως έχει –διαφορετικά, το αποτέλεσμα θα είναι κατακλυσμιαίο και η εξουσία τους θα απειληθεί άμεσα (και σκεφτείτε εδώ, για να μην πάμε μακριά, τις συνέπειες που θα έχει μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στην Ισπανία, την Ιρλανδία, την Ιταλία). Είναι βέβαιο, λοιπόν, ότι οι κυρίαρχοι θα αντιδράσουν, και θα το πράξουν με διάφορους τρόπους. Έχουν άλλωστε στη διάθεσή τους ισχυρά στρατηγικά επιτελεία που θα δοκιμάσουν τόσο το μαστίγιο, όσο και το καρότο: είτε την κατά μέτωπον επίθεση είτε όμως και τον περιορισμό της εναλλακτικής προοπτικής με την πρόταση μιας ήπιας λιτότητας συνδυαστικά με την ιδεολογική ενσωμάτωση της αριστερής κυβέρνησης στο κυρίαρχο σκεπτικό (θα είδατε πιστεύω και την πρόσφατη μεταστροφή κάποιων κυρίαρχων ΜΜΕ) –ένα είδος αργού στραγγαλισμού. Εναπόκειται στην Αριστερά –ολόκληρη την Αριστερά- να αντισταθεί. Έχοντας ακριβώς κατά νου την ιστορικότητα της αποστολής που επωμίζεται, το γεγονός ότι βρίσκεται σε θέση να δείξει έμπρακτα στις κοινωνίες ότι ο συστημικός νεοφιλελεύθερος μονόδρομος είναι απάτη, να μη συμβιβαστεί με σκιές και αντίλαλους, αλλά να διεκδικήσει έξοδο από την υπόγεια σπηλιά.


Υπάρχει η περίπτωση της αυτοδυναμίας, αλλά σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας υπάρχουν σενάρια για κυβέρνηση συνεργασίας. Ποια είναι τα διακυβεύματα;

Θέλω καταρχάς να πω ότι, στις περιστάσεις, είναι σημαντικό ο ΣΥΡΙΖΑ να επιτύχει μια μεγάλη εκλογική νίκη. Ο λόγος έχει να κάνει με την ασυγχώρητη στάση της υπόλοιπης Αριστεράς –πρωτίστως του ΚΚΕ- που, δείχνοντας να αδιαφορεί για ποιος θα είναι στην κυβέρνηση την επόμενη μέρα, διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι δεν πρόκειται όχι να μόνο να συνεργαστεί, αλλά ούτε καν να παράσχει στήριξη σε μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.


Πολλά βέβαια θα εξαρτηθούν από τα αποτελέσματα των εκλογών, όμως το μείζον διακύβευμα είναι η εφαρμογή ενός πραγματικά αριστερού προγράμματος που θα προχωρήσει σε ρήξεις.

Η προοπτική μιας κυβέρνησης συνεργασίας με δυνάμεις που είτε υπήρξαν ανοιχτά μνημονιακές, είτε διέπονται από τη λογική του νεοφιλελεύθερου μονόδρομου ή υποκρύπτουν εθνικισμό θα προλείανε το έδαφος για το είδος εκείνο του αργού στραγγαλισμού που επεσήμανα πριν.
Η αποτροπή αυτής της πιθανότητας είναι εξαιρετικά σημαντική, και αποτελεί παράγοντα που –όσες επιφυλάξεις ή και διαφωνίες μπορεί να έχει κανείς με τον ΣΥΡΙΖΑ- όλοι οι ψηφοφόροι πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη. Αυτό νομίζω είναι και το μεγαλύτερο νόημα της ψήφου υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ. Επιτρέψτε μου όμως να προσθέσω εδώ και κάτι άλλο, μια πρόκληση για το άμεσο μέλλον: η Αριστερά, τόσο εντός όσο και εκτός ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει επιτέλους να μάθει να συζητάει σε πνεύμα συντροφικότητας και δημοκρατίας και στο πλαίσιο αυτό να συνεργάζεται. Είναι κάτι που ασφαλώς θα το βρούμε μπροστά μας και την επόμενη μέρα.


Το μεγάλο στοίχημα φαίνεται ότι είναι εάν ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι συνεπής προς τις δεσμεύσεις του ή αν θα συμβιβαστεί και αυτός με τα μνημόνια, αλλάζοντας τους ενδεχομένως το όνομα. Τι θεωρείτε πιθανότερο;

Όπως είπα και προηγουμένως, είναι εξαιρετικά σημαντικό ο ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει συνεπής προς τις δεσμεύσεις του –διότι, πολύ απλά, το αντίθετο θα ήταν κυριολεκτικά καταστρεπτικό (σε κάποια άλλη ευκαιρία, το έχω χαρακτηρίσει ως «εφιαλτικό σενάριο»). Πρέπει και πάλι να αναλογιστούμε ότι οι πιέσεις θα είναι τεράστιες και –όπως σωστά επισημαίνετε- θα τείνουν να πάρουν και τη μορφή της ήπιας ενσωμάτωσης: μιας λογικής που, για να χρησιμοποιήσω και πάλι την αλληγορία του Σπηλαίου, θα λέει μην αναζητάτε διέξοδο από τη σπηλιά, μείνετε ικανοποιημένοι με τις σκιές. Και βέβαια οι πιέσεις αυτές –δεν είναι παράξενο- έχουν ήδη βρει έκφραση στο εσωτερικό του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ, με την προσπάθεια «στρογγυλέματος» των θέσεων, υποχώρησης από αρχικές –κάποτε και συνεδριακές- εξαγγελίες και δεσμεύσεις. Όλα αυτά σημαίνουν ότι το εγχείρημα είναι απολύτως ανοιχτό –βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή την ώρα που μιλάμε- και πρόκειται για διαδικασία που θα επιταθεί την επόμενη περίοδο. Αυτό δίνει και το μέτρο των ευθυνών όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ολόκληρης της Αριστερά. Τα προβλήματα του συστήματος είναι τόσο βαθιά και η υπόσχεση της διαφορετικής πορείας τόσο μεγάλη, όμως, που δεν υπάρχει κανένας λόγος απαισιοδοξίας. Είναι μια μάχη, ένας ιστορικός αγώνας, τον οποίο η κοινωνία έχει κάθε δυνατότητα να κερδίσει.


Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ μείνει συνεπής, δεν θα δεχθεί σφοδρό πόλεμο, ειδικά από ΕΕ και ΕΚΤ;

Έχω ήδη απαντήσει θετικά και μάλιστα στον υπερθετικό βαθμό. Βρίσκω όμως την ευκαιρία να αναφερθώ σε δυο βασικά στοιχεία πολιτικής που, κατά τη γνώμη μου, θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην όλη εξέλιξη. Το πρώτο αφορά στο χρέος. Όλοι οι εχέφρονες άνθρωποι γνωρίζουν ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο. Όσο αργούμε να επισημάνουμε πως η εξυπηρέτησή του βάζει θηλιά στις προοπτικές ενός παραγωγικού –και κατ΄ επέκταση κοινωνικού- μετασχηματισμού, τόσο χάνουμε πολύτιμο χρόνο και ενέργεια. Το δεύτερο αφορά στους φορείς που θα κληθούν να αναλάβουν αυτόν το μετασχηματισμό. Δεν είναι δυνατόν να περιμένουμε αλλαγές στηριζόμενοι στο ιδιωτικό κεφάλαιο, ντόπιο ή ξένο: αυτοί θα αντιδράσουν σε οτιδήποτε φιλολαϊκό επιχειρηθεί, μπορούμε να είμαστε απολύτως βέβαιοι –σε καμία περίπτωση δεν είναι διατεθειμένοι να δεχθούν άρση των προνομίων που απέκτησαν στα μνημονιακά χρόνια. Ούτε βέβαια είναι δυνατόν να περιμένουμε πραγματικές αλλαγές στο βαθμό που οι ιδιώτες που χρεοκόπησαν τις τράπεζες εξακολουθούν να κατέχουν τη διοίκησή τους. Πρόκειται για μέτρα απολύτως κρίσιμα που από την αποφασιστική λήψη τους θα κριθούν πάρα πολλά.


Εάν πάλι συμβιβαστεί μαζί τους, δεν θα αντιδράσει η κοινωνία;

Η ενεργή παρέμβαση της κοινωνίας αποτελεί, όπως σας έχω ήδη πει, τη μεγαλύτερη ελπίδα και παρακαταθήκη μιας εκλογικής νίκης του ΣΥΡΙΖΑ. Και μπορούμε πιστεύω να είμαστε βέβαιοι ότι η κοινωνία, οι «ηττημένοι» της μνημονιακής περιόδου θα κινηθούν επιτακτικά ζητώντας την υλοποίηση ενός φιλολαϊκού προγράμματος εξόδου από την κρίση.


Αριστερή κυβέρνηση εντός μίας νεοφιλελεύθερης ευρωζώνης που αναγκάζει τα κράτη μέλη να ακολουθούν την πολιτική της, μπορεί να υπάρξει;

Σωστά επισημαίνετε ότι η προοπτική αυτή μας φέρνει σε μετωπική σύγκρουση με το κυρίαρχο σκεπτικό της ευρωζώνης και της νεοφιλελεύθερης ΕΕ. Όμως η αλλαγή στα ταξικά ισοζύγια που θα φέρει η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα απελευθερώσει τεράστιες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις διεθνώς. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ κινηθεί στην κατεύθυνση της υλοποίησης των εξαγγελιών του και δεν υποχωρήσει, θα διαπιστώσουμε ότι ο νεοφιλελεύθερος βασιλιάς της ΕΕ είναι κατά βάση γυμνός –η Ευρωζώνη και η ΕΕ βρίσκονται σε κρίση, κυριαρχούν και διαβιούν σε συνθήκες φόβου, διότι δεν έχουν τίποτε να δώσουν στις κοινωνίες τους. Δεν εννοώ βέβαια ότι πρέπει να υποτιμούμε την αντίδραση που τα κυρίαρχα κέντρα θα προβάλλουν όμως, από την άλλη, δεν θα πρέπει να υποτιμούμε και τις διεθνείς συνέπειες που θα έχει η αποφασιστική υλοποίηση ενός εναλλακτικού προγράμματος. Αυτό είναι άλλωστε που προκαλεί πανικό στους κυρίαρχους κύκλους.


Ο λαός φαίνεται να περίμενε αυτές τις εκλογές με έναν ψύχραιμο κι ενσωματωμένο θυμό, προκειμένου να αναθέσει σε κάποιον -εν προκειμένω- στον ΣΥΡΙΖΑ, να τον σώσει. Μία διαδικασία ανάθεσης δηλαδή. Μπορεί να σωθεί ένας λαός με ανάθεση; Ιστορικά, έχουμε λαούς που έχουν κερδίσει δικαιώματα χωρίς σκληρό αγώνα;

Καταρχάς δεν θα πρέπει να υποτιμούμε τους αγώνες της προηγούμενης περιόδου που διαμόρφωσαν το σημερινό πολιτικό σκηνικό (είναι μια κακή συνήθεια που έχουμε εδώ στην Ελλάδα και που, αν δούμε τα πράγματα σε ιστορική προοπτική ή από το εξωτερικό, φαντάζει ακατανόητη): ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έπεσε από τον ουρανό, αποτελεί –αντίθετα- αντανάκλαση και έκφραση των εξαιρετικά σημαντικών κοινωνικών αγώνων ολόκληρης της προηγούμενης περιόδου: 30 περίπου γενικές απεργίες, μαχητικά περιβαλλοντικά και μητροπολιτικά κινήματα, πολιτικοποιημένες δομές αλληλεγγύης και τόσα άλλα, συμπεριλαμβανομένης και της απότομης εξαέρωσης της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας. Αυτή η «ψυχραιμία» την οποία αναφέρετε και που εγώ, ακόμα πιο καυστικά, θα μπορούσα και να την χαρακτηρίσω «διεκδικητική ύφεση», ήρθε αφενός λόγω φυσιολογικής κόπωσης και αφετέρου (και που, κατά τη γνώμη μου, είναι και το πιο σημαντικό) λόγω της ανεπάρκειας των συνδικαλιστικών και πολιτικών ηγεσιών οι οποίες απέτυχαν ή και αρνήθηκαν να συντονίσουν και να κλιμακώσουν τους μεγάλους αγώνες που ξέσπασαν (με πιο πρόσφατο, το παράδειγμα της ΕΡΤ). Φυσικό επακόλουθο ήταν τα λαϊκά στρώματα να στρέψουν την προσοχή τους στο πολιτικό επίπεδο –να βγάλουν το συμπέρασμα ότι αλλαγή στα ισοζύγια μπορεί να επέλθει μόνο μέσα από κυβερνητική αλλαγή, μέσα από την έλευση στην εξουσία μιας κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως αυτό δε σημαίνει και εν λευκώ ανάθεση. Οι εργαζόμενοι, η νεολαία, οι άνεργοι, όλοι όσοι ελπίζουν στον ΣΥΡΙΖΑ, ταυτόχρονα τον παρακολουθούν και τον αξιολογούν –και, όπως ανέφερα προηγουμένως- είναι έτοιμοι να διεκδικήσουν, να αναλάβουν και να επιτελέσουν κομβικό ρόλο στην επίτευξη των στόχων που βάζει η επόμενη μέρα. Για να το θέσω επιγραμματικά, το ζήτημα είναι εν προκειμένω πολιτικό, δεν είναι κοινωνικό: η κοινωνία όχι μόνο δεν έχει προβεί σε ανάθεση, βρίσκεται αντίθετα σε βρασμό. Εναπόκειται συνεπώς σε όσους ενεργοποιούμαστε πολιτικά, με πολιτικό λόγο και έργο, να παρέμβουμε προωθητικά, ώστε οι αγώνες που αναπόφευκτα και πάλι θα ξεσπάσουν να είναι αποτελεσματικοί.


Αριστερή κυβέρνηση με την κοινωνία στον καναπέ μπορούμε να έχουμε;

Σύντομα θα διαπιστώσουμε ότι η κοινωνία δεν βρίσκεται «στον καναπέ». Αν προς στιγμήν δημιουργήθηκε μια τέτοια εικόνα, οφείλεται σε συγκεκριμένες πολιτικές ελλείψεις και καθόλου σε κάποια δήθεν οργανική παθητικοποίηση ή –πολύ περισσότερο- κοινωνική εξισορρόπηση και εφησυχασμό. Σε κάθε περίπτωση, όμως, απαιτούνται τολμηρές πολιτικές παρεμβάσεις, όραμα και συγκεκριμένη στρατηγική ρήξης. Η νέα κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επωμίζεται εδώ τεράστιες ευθύνες, διότι μόνο με την κοινωνία δίπλα της θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις τεράστιες πιέσεις που θα δεχθεί. Ευθύνες όμως επωμίζεται και ολόκληρη η εκτός ΣΥΡΙΖΑ Αριστερά, που καταθέτει εύλογες επιφυλάξεις, ανησυχίες και προβληματισμό. Η έκβαση της μάχης που αρχίζει και που η επιτυχής της έκβαση προϋποθέτει την κινηματική λαϊκή ενεργοποίηση, μας αφορά όλους –κανείς δεν μπορεί να κάθεται στην άκρη, ασκώντας αφ υψηλού κριτική.


Τι περιμένετε από αύριο;

Τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο από το ξεκίνημα της διαδικασίας που θα οδηγήσει σε σπάσιμο των αλυσίδων και έξοδο από το σκοτεινό συστημικό σπήλαιο. Συνομιλούμε λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες, όμως η επιδίωξη αυτή σίγουρα θα μας συνοδεύει και για ολόκληρο το επόμενο διάστημα.

- από το: http://www.xekinima.org/arthra/view/article/serafeim-seferiadis-einai-bebaio-oti-oi-kyriarxoi-tha/#sthash.vreoCG4Q.dpuf

Τετάρτη 7 Ιανουαρίου 2015

Ντέβιντ Χάρβει: Ένα πολιτικό κίνημα, αυτό φοβάται η εξουσία του χρήματος

   Πολιτική   

Ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ, μαρξιστής γεωγράφος και καθηγητής στο Graduate Center του Πα­νε­πι­στη­μίου της Πό­λης της Νέ­ας Υόρ­κης, ό­που δι­δά­σκει το Κε­φά­λαιο του Μαρξ, βρέθηκε πρόσφατα στη Χιλή όπου έδωσε μια μακροσκελή συνέντευξη στην οποία μιλά για την επικαιρότητα του Μαρξισμού, για το τι απέγινε με τη λενινιστική έννοια του κόμματος και για την αναγκαιότητα ανάλυσης και κατανόησης των εναλλακτικών στον καπιταλισμό. Ενώ διατυπώνει την άποψη ότι «βρισκόμαστε σε μια περίοδο μετασχηματισμού, που θα διαρκέσει για δύο - τρία χρόνια, με σπουδαίους πειραματισμούς όσον αφορά τι πρόκειται να κάνουν ο ΣΥΡΙΖΑ και το Ποδέμος όταν αναλάβουν εξουσία».

Στο πλαίσιο της επαναστατικής θεωρίας, ποια είναι κατά τη γνώμη σας η αξία του Μαρξισμού σήμερα;
Ο Μαρξ προτείνει ένα πολύ καλό σχήμα για να προσεγγίσουμε την κοινωνική αλλαγή και, την ίδια στιγμή, προτείνει έναν τρόπο να κατανοήσουμε κριτικά πώς λειτουργεί το κεφάλαιο. Είναι ιδιαίτερα σημαντικές προσεγγίσεις, διότι το κεφάλαιο κινείται με μυστηριώδεις τρόπους και συχνά κρύβει αυτό που πραγματικά συμβαίνει. Ο Μαρξ κάνει πολύ καλή δουλειά στην απομυθοποίηση αυτών των παραστάσεων. Αναπτύσσει μια μέθοδο για να διερευνήσουμε τι πραγματικά συμβαίνει και, κατά συνέπεια, για να κατανοήσουμε τι χρειάζεται να αλλάξει, ώστε να υπάρξει ένα επαναστατικό κίνημα εκτός της καπιταλιστικής κυριαρχίας που να επιτρέπει τη οικοδόμηση ενός κόσμου βασισμένου σε διαφορετικές κοινωνικές σχέσεις και με διαφορετικές αντιλήψεις για την αξία.
Η σταδιακή εγκατάλειψη του Μαρξισμού, μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, αποτελεί χαρακτηριστικό της αριστεράς ανά τον κόσμο. Ποιες είναι οι συνέπειες σήμερα;
Υπήρχαν πάντα δύο οπτικές του μαρξιστικού κινήματος: Η μία είναι κριτική του καπιταλισμού και η άλλη ένα είδος θεωρητικής προσέγγισης του πώς μπορεί να οργανωθεί μια εναλλακτική στον καπιταλισμό. Ο Μαρξ δεν μίλησε ιδιαίτερα για το δεύτερο και αυτό, κατά τη γνώμη μου, συνέβη διότι δεν πίστευε σε ένα ουτοπικό σχέδιο που απλώς συλλαμβάνεται και υλοποιείται. Βεβαίως, είχε κάποιες ιδέες για ορισμένες πρακτικές της εποχής του, αλλά, νομίζω, ποτέ δεν είχε κάποια θέση, σύμφωνα με την οποία οι πρακτικές στις οποίες είχε εμπλακεί έπρεπε να αναπαραχθούν και αλλού. Το ερώτημα για το ποιες χρειάζεται να είναι αυτές οι πρακτικές σήμερα παραμένει και, βεβαίως, η εμφάνιση κάποιων από αυτές τις πρακτικές στη Σοβιετική Ένωση και την Κίνα είχε σαφώς διάφορα προβλήματα. Δεν αποδέχομαι τη γενική διαπίστωση της ολικής αποτυχίας. Στην πραγματικότητα, σε ορισμένα σημεία, αυτές οι χώρες πέτυχαν σημαντικές νίκες που ξεχάστηκαν, αλλά σαφώς η πορεία αυτών των εμπειριών δεν ήταν βιώσιμη και αυτές οι συγκεκριμένες πρακτικές κατέρρευσαν.
Ο Μαρξ, όμως, ήταν πάντα κριτικός απέναντι στο κεφάλαιο. Όταν το κεφάλαιο αναδύθηκε ανεξέλεγκτα και θριαμβευτικά, τη δεκαετία του 1990, διαφάνηκε γρήγορα ότι δεν ήταν μια σταθερή μορφή οικονομικής οργάνωσης και αυτό σημαίνει ότι η ανάγκη για κριτική του κεφαλαίου υπήρξε ακόμη πιο επιτακτική. Έπειτα βρεθήκαμε στην κατάσταση όπου οι οικονομολόγοι διέβλεπαν τη σημασία των αποτελεσματικών αγορών και, όταν αργότερα όλα κατέρρευσαν και ρωτήθηκαν για την αιτία, δεν είχαν ιδέα. Αυτός που πιστεύω ότι είχε μια καθαρή ιδέα για την αιτία της κατάρρευσης ήταν ο Μαρξ. Γι’ αυτό μετά την κατάρρευση στο τέλος της δεκαετίας του ’90, για παράδειγμα μετά τη μεγάλη κρίση στη νοτιοανατολική Ασία το 1997-1998 και αργότερα στην αργεντίνικη κρίση το 2001, ο Μαρξ έγινε πολύ πιο επίκαιρος. Έκτοτε βρισκόμαστε σε συνεχή κρίση, η οποία επιχειρήθηκε να ισοσκελιστεί με τη φούσκα των ακινήτων στις ΗΠΑ, μέχρι που επιστρέψαμε ξανά στην κατάρρευση. Αποκαλύφθηκε, έτσι, ένα σημαντικά ασταθές και παράλογο καπιταλιστικό σύστημα και η αναγκαιότητα για κριτική αναδεικνύεται ολοένα και πιο ισχυρή, εφόσον οι άνθρωποι διαπιστώνουν ότι είναι ιδιαίτερα δύσκολο να γίνει κατανοητό γιατί συμβαίνει ό,τι συμβαίνει. Τώρα βιώνουμε την ειρωνεία, η επανάσταση και ο μετασχηματισμός να έχουν απαξιωθεί και η δυνατότητα δόμησης μιας κριτικής ενάντια στις αντιφάσεις του κεφαλαίου έχει γίνει ακόμα πιο σημαντική.

Από το κίνημα ξανά στο κόμμα

Σε ένα από τα τελευταία βιβλία του, ο Έρικ Χομπσμπάουμ είπε ότι με την πτώση του τείχους του Βερολίνου ο Μαρξισμός απελευθερώθηκε από τη σοβιετική παράδοση. Σήμερα, υπάρχει μια έκρηξη κοινωνικών κινημάτων σε όλο τον κόσμο, τι συνέβη στην έννοια του κόμματος και τη λενινιστική προσέγγιση;
Η λενινιστική έννοια του κόμματος εγκαταλείπεται σε μεγάλο βαθμό, εξαιτίας της σχέσης της με ό,τι συνέβη σε κομμουνιστικές χώρες, όπως η Σοβιετική Ένωση και η Κίνα. Υπήρξε μια απόπειρα, όπως το θέτει ο Τζον Χολογούεϊ, να αλλάξει ο κόσμος χωρίς σχηματισμό κομμάτων και χωρίς κατ’ ανάγκη να τίθεται το ζήτημα της ανάληψης της κρατικής εξουσίας. Υπήρξε, λοιπόν, μια περίοδος, κατά την οποία τα κοινωνικά κινήματα αποπειράθηκαν να διερευνήσουν μια διαφορετική βάση για πολιτική δράση και δημοκρατική λειτουργία. Πρόκειται για μια φάση, η οποία υποψιάζομαι ότι θα τελειώσει σύντομα και θα δούμε την ανάδυση νέων πολιτικών σχημάτων, όπως, για παράδειγμα, ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και το Ποδέμος στην Ισπανία, τα οποία οπωσδήποτε μπορούν να κερδίσουν κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες στο άμεσο μέλλον. Οι πολίτες αποδέχονται ότι οι πειραματισμοί που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια με τις αμεσοδημοκρατικές και οριζόντιες συνελεύσεις έφτασαν στο όριό τους και δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο χωρίς ανάληψη εξουσίας. Πιστεύω, επίσης, ότι κατά κάποιο τρόπο επαναδόμησαν δημοκρατικά σχήματα για τη λήψη αποφάσεων μέσα στη δομή ενός είδους κόμματος και ότι, σε κάποια στιγμή, θα χρειαστεί να αντιμετωπίσουν μια ειδική σχέση με τη φύση του κράτους. Πρόκειται, αναμφίβολα, για μια πολύ προβληματική περιοχή, διότι το κράτος έχει γίνει στην πραγματικότητα αποκλειστικός εντολοδόχος του κεφαλαίου, ιδιαίτερα τα τελευταία δέκα - δεκαπέντε χρόνια. Οπότε, φαίνεται να αναδύεται μια μάχη γύρω από αυτό το ερώτημα, αλλά δεν πιστεύω ότι η πλειοψηφία της αριστεράς έχει προετοιμαστεί για να το παλέψει ή να το αναλογιστεί. Πιστεύω ότι γίνεται μια επανεκτίμηση του τρόπου με τον οποίο θα διακυβερνήσουμε τους εαυτούς μας, ως εδραιωμένες δημοκρατικές δομές που δεν έχουν διαφθαρεί από την εξουσία ή το χρήμα και δεν έχουν καταστραφεί από ιεραρχικές ηγετικές δομές, οι οποίες αδυνατούν να λογοδοτήσουν στην πολιτική και κοινωνική τους βάση. Συνεπώς, βρισκόμαστε σε μια περίοδο μετασχηματισμού που πιστεύω ότι θα διαρκέσει για δύο - τρία χρόνια, με σπουδαίους πειραματισμούς όσον αφορά τι πρόκειται να κάνουν ο ΣΥΡΙΖΑ και το Ποδέμος όταν αναλάβουν εξουσία. Τι θα έκαναν, για παράδειγμα, αυτές οι εναλλακτικές μορφές διακυβέρνησης αν κερδιζόταν η ανεξαρτησία της Σκοτίας; Υπάρχουν διαφορετικές ενδιαφέρουσες πιθανότητες που δεν είναι εφικτές τώρα, αλλά θα βρεθούν σε ένα πολύ διαφορετικό πολιτικό περιβάλλον σε δύο - τρία χρόνια.

Μετά την εγκατάλειψη του Μαρξισμού, η ηγεμονία της Παγκόσμιας Τράπεζας και έννοιες όπως «ο πόλεμος ενάντια στη φτώχεια» απέκτησαν σημαντική επιρροή στις λατινοαμερικάνικες κυβερνήσεις, δημιούργησαν μια έννοια «προοδευτισμού», κατανοώντας αυτή τη στρατηγική ως ένα αποτελεσματικό σχήμα για να δαμαστούν οι κοινωνικές συγκρούσεις με μια πολιτική αναδιανομής και σε ένα δυτικού τύπου δημοκρατικό πλαίσιο. Κατά τη γνώμη σας, ποιος είναι ο ρόλος και τα όρια τέτοιων κυβερνήσεων, που βρίσκεται η ταξική πάλη όταν οι κυβερνήσεις εστιάζουν στη φτώχεια και όχι στον πλούτο;
Πιστεύω ότι κάθε κυβέρνηση αριστεράς που αναλαμβάνει εξουσία, αντιμετωπίζει δύο προβλήματα: το πρώτο, ότι με μια βαθύτερη θεώρηση, έχουμε όλοι γίνει νεοφιλελεύθεροι χωρίς να το αναγνωρίζουμε. Με εκπλήσσει ότι στη Λατινική Αμερική, παρόλη τη ρητορική που λέει «δεν είμαστε νεοφιλελεύθεροι», στην πραγματικότητα, ο νεοφιλελεύθερος τρόπος σκέψης είναι βαθιά ριζωμένος, αν και με διαφορετικές μορφές, σε κάθε χώρα. Συνεπώς, η νοητική αντίληψη του κόσμου εκρέει από αυτό που θα ονόμαζα «ρίζωμα της νεοφιλελεύθερης σκέψης στους ανθρώπους» και είναι ένα σημαντικό πρόβλημα, σε λαϊκό και κυβερνητικό επίπεδο εξίσου, και αυτό αναδεικνύει ξανά τη σημασία της μαρξιστικής κριτικής. Όταν λέω ότι θα πρέπει να υπάρχει μια μαρξιστική κριτική, δεν εννοώ ένα είδος «υπερ-αριστερισμού», αλλά τη βαθιά κατανόηση του τρόπου με τον οποίο διαμορφώνεται η πολιτική υποκειμενικότητα από μια συγκεκριμένη αφήγηση και τι χρειάζεται για να μετασχηματιστεί αυτή η πολιτική υποκειμενικότητα, ώστε να ξεπεράσουμε την πολιτική της αναδιανομής που είναι κυρίαρχη αυτή τη στιγμή.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι η αντίληψη ότι κάθε οικονομία είναι ένα νησί και η φαντασίωση ότι μια εθνική οικονομία μπορεί να αποσπαστεί από την παγκόσμια οικονομία. Συνεπώς, υπάρχουν διαρκείς αντιφάσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Για παράδειγμα, αν μια οικονομία είναι βασισμένη σε εξαγωγές, τότε είναι πολύ δύσκολο να πεις ότι παύουν οι εξαγωγές, διότι δεν υπάρχει καταμερισμός εργασίας και δεν μπορείς να εξασφαλίσεις βασικά αγαθά. Υπάρχουν διαφορετικές τάσεις που χρειάζεται να γίνουν αντικείμενο διαχείρισης και αυτός είναι ένας τομέας όπου σοβαρές πολιτικές μπορούν να τεθούν σε κίνηση. Πιστεύω ότι οι στρατηγικές για την επαναβιομηχάνιση οικονομιών που βρίσκονται σε διάφορα στάδια αποβιομηχάνισης είναι περιορισμένες. Ωστόσο, αυτό για το οποίο μιλάω εγώ είναι η διερεύνηση νέων τρόπων παραγωγής προϊόντων που δεν εμπλέκονται στη δύσκολη ανταγωνιστικότητα του εξαιρετικά χαμηλού κόστους παραγωγής στην Κίνα. Υπάρχουν τεχνολογικά επιτεύγματα που μπορούν να αξιοποιηθούν στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών με τοπικότητα και πολύ λιγότερη ένταση για το περιβάλλον, ώστε να παράγουμε τοπικά προϊόντα και όχι να προμηθευόμαστε μέσω του παγκόσμιου εμπορίου. Βεβαίως, δεν ισχυρίζομαι ότι αυτή η τακτική μπορεί να δημιουργήσει πλήρη ανεξαρτησία, αλλά ότι υπάρχουν πολλά διαφορετικά πεδία για την επανάκτηση της εσωτερικής αγοράς και τον επανασχεδιασμό της βιομηχανίας και της γεωργίας.
Πιστεύω στη διερεύνηση νέων μορφών κοινωνικών σχέσεων και οργάνωσης, που επιτρέπουν τη στρατηγική της ήπιας επαναβιομηχάνισης και αυτό με οδηγεί σε ένα ακόμα σημείο: την καλύτερη συνεργασία μεταξύ των χωρών, στόχος που σημαίνει μια σειρά από πράγματα. Για παράδειγμα, στη Λατινική Αμερική, η ανταπόκριση των συγκοινωνιών είναι τραγική και πολύ ακριβή, δεν μπορείς να βρεις ένα εισιτήριο από τη μια πρωτεύουσα κράτους στην άλλη. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να διορθωθεί, αλλά χρειάζεται συλλογική δράση. Ειδικά για τις χώρες της Λατινικής Αμερικής το να είναι ενωμένες σημαίνει να αναπτύξουν κοινή περιφερειακή οικονομία στη θέση του δόγματος «η οικονομία μου εναντίον της οικονομίας σου».

Δημοκρατία του χρήματος

Όπως έχετε επισημάνει σε κάποιες διαλέξεις και συνεντεύξεις σας, οι δημοκρατίες σήμερα είναι «δημοκρατίες του χρήματος», στις οποίες το τοπικό και διεθνές κεφάλαιο μπορεί να επηρεάσει άμεσα την εφαρμοζόμενη πολιτική. Τι αποτελεί την εναλλακτική, τι μπορεί να είναι η νέα σημαία των κοινωνικών και πολιτικών κινημάτων;
Θα χρειαστεί πολύ χρόνο και πολιτική αναταραχή. Οι προοπτικές είναι ιδιαίτερες για κάθε χώρα. Για παράδειγμα στις ΗΠΑ, οι αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου ολοένα και περισσότερο νομιμοποιούν τη δαπάνη χρημάτων στην πολιτική ως μια μορφή υποστήριξης, πέρα από το Σύνταγμα και την ελευθερία της έκφρασης. Αποφάσεις που ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1970, συνεχίζονται και γίνονται όλο και πιο ανεκτικές στη δαπάνη χρημάτων στην πολιτική. Οι χώρες που έχουν θέσει περιορισμούς όσον αφορά την επίδραση του χρήματος στην πολιτική διαδικασία απαλείφονται μία προς μία. Θεωρώ ότι είναι καίριο να επαναφέρουμε αυτές τις οριοθετήσεις και να απομακρύνουμε το χρήμα από την πολιτική πράξη. Πιστεύω, δηλαδή, ότι οι πολίτες χρειάζεται να προστατεύονται από την επίθεση των προεκλογικών εκστρατειών και την εξουσία που παρέχει το χρήμα στα ΜΜΕ. Αυτό που χρειάζεται είναι ένας ισχυρός νόμος ενάντια στην εμπλοκή του χρήματος στην πολιτική. Αλλά οι ίδιοι πολιτικοί που καλούνται να τον ψηφίσουν, δηλαδή να θεσπίσουν έλεγχο της ίδιας τους της εξουσίας, δεν πρόκειται προφανώς να το κάνουν, αν δεν υπάρχει ένα ισχυρό λαϊκό κίνημα.
Ίσως αισθανόμαστε ουσιαστικά δίχως κίνητρο στην προσπάθεια να επαναδομήσουμε ένα πολιτικό κίνημα, αλλά πρόκειται για ένα από τα λίγα πράγματα που η εξουσία του χρήματος φοβάται: ότι δηλαδή μια μέρα, ένα χαρισματικό πολιτικό πρόσωπο θα έρθει και μαζί με την πόλη θα σώσει και την πολιτική από την εξουσία του χρήματος. Αυτό δεν έχει ακόμα συμβεί, αλλά όταν συμβεί, φοβάμαι ότι η εξουσία του χρήματος θα κάνει οτιδήποτε θεωρεί απαραίτητο για να διατηρήσει τον έλεγχο της πολιτικής διαδικασίας.

Είμαι σκεπτικιστής στον ηθικό καπιταλισμό

Έχουν διατυπωθεί πολλές κριτικές για το νεοφιλελευθερισμό, όπως για παράδειγμα «Το Κεφάλαιο στον 21ο αιώνα» του Τομάς Πικετί, αλλά στην πλειοψηφία τους δεν αντιμετωπίζουν τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Σύμφωνα και με το πρόσφατο έργο σας, ποιες είναι οι βασικές αντιφάσεις της καπιταλιστικής κοινωνίας σήμερα και γιατί πρέπει να μιλάμε για το τέλος του καπιταλισμού και όχι για το τέλος του νεοφιλελευθερισμού;

Θέλω να πιστεύω ότι, εάν βάλουμε τέλος στο νεοφιλελευθερισμό, μπορούμε να βάλουμε τέλος και στην υποκρισία κάποιων ανθρώπων που πιστεύουν ότι μπορούμε να έχουμε ένα ηθικό καπιταλισμό, που θα παρέχει εργασία και ευκαιρίες και θα ωφελεί την πλειοψηφία, θεώρηση για την οποία είμαι ιδιαίτερα σκεπτικιστής. Είμαι πια αρκετά μεγάλος για να θυμάμαι πολλές υποσχέσεις της δεκαετίας του 1950 και του 1960, σύμφωνα με τις οποίες η ανάπτυξη θα έβαζε τέλος στη φτώχεια, όταν στην πραγματικότητα την γιγάντωσε. Είδα το ίδιο να συμβαίνει τη δεκαετία του 1970. Για παράδειγμα, ο Χένρι Κίσιγκερ είχε πει ότι η παγκόσμια πείνα θα απαλειφόταν σε πέντε με δέκα χρόνια. Οι Αναπτυξιακοί Στόχοι της Χιλιετίας από τον ΟΗΕ έλεγαν ότι η παγκόσμια φτώχεια θα απαλειφόταν μέχρι το 2015. Συνεπώς, είναι σκεπτικιστής όσον αφορά τη μεταρρύθμιση του νεοφιλελευθερισμού και την οικοδόμηση ενός είδους κοινωνικής δημοκρατικής αναδιανομής που θα αποτελέσει μια επαρκή απάντηση στα προβλήματά μας. Επιπλέον, πιστεύω ότι υπάρχουν και άλλα πιεστικά προβλήματα που χρειάζεται να αναλογιστούμε σοβαρά. Τέτοια είναι τα ζητήματα που ολοένα και περισσότερο καθίσταται ανέφικτο -βιολογικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά- να επιλύσουμε. Υπάρχουν, λοιπόν, πολλοί λόγοι να πάψουμε να σκεφτόμαστε το κεφάλαιο ως την κυρίαρχη μορφή παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών και να αρχίζουμε να σκεφτόμαστε εναλλακτικές δομές για την ανάπτυξη αξιών χρήσης για τον παγκόσμιο πληθυσμό, πέρα από τον καπιταλισμό που παράγει τα πάντα με σκοπό το κέρδος και τη συσσώρευση πλούτου και εξουσίας.
Τώρα, αν με ρωτήσετε αν είμαι εκατό τοις εκατό σίγουρος ότι αυτή είναι η μόνη προοπτική, η απάντηση μου θα είναι «όχι». Θα μου άρεσε αν κάποιος μου έδειχνε έναν άλλο δρόμο, αλλά ως τότε χρειάζεται να σκεφτούμε με σοβαρότητα αυτήν την προοπτική. Ένα από τα πράγματα με τα οποία διαφωνώ, είναι η άποψη που λέει ότι δεν χρειάζεται να σκεφτούμε διότι ο καπιταλισμός είναι ό,τι είναι και τίποτα παραπάνω. Πιστεύω ότι χρειάζεται να απαλλάξουμε τους εαυτούς μας από τη φράση της Μάργκαρετ Θάτσερ: «Δεν υπάρχει εναλλακτική». Υπάρχουν εναλλακτικές. Υπάρχουν μορφές αξίας που θα μπορούσαμε να αρχίσουμε να εφαρμόζουμε, υπάρχουν εναλλακτικές μορφές οικονομικής οργάνωσης που μπορούμε να οικοδομήσουμε. Σήμερα, διαθέτουμε τεχνογνωσία για μαζικό συντονισμό και λήψη αποφάσεων, που δεν είχαμε πριν τριάντα χρόνια. Επίσης, υπάρχουν δυνατότητες που δεν έχουμε διερευνήσει διότι δεν είμαστε έτοιμοι. Μάλιστα, πρόκειται για ένα από τα σημεία που με προβληματίζουν όσον αφορά την ανώτατη παιδεία: Τα πανεπιστήμια έπρεπε να είναι ο χώρος όπου αυτός ο διάλογος θα πραγματοποιούταν. Όμως, όσες φορές έχω προσπαθήσει να το κάνω, οι άνθρωποι αντιδρούν και μου λένε ότι δεν θέλουν να το σκεφτούν. Κατά τη γνώμη μου, είναι ένα πολύ σημαντικό ζήτημα για να αναλύσουμε, να εκλογικεύσουμε και να κατανοήσουμε.
* Ολόκλήρη η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο «La chispa» [lachispa-revista.blogspot.gr], στις 23 Δεκεμβρίου 2014.



- από το: http://left.gr/news/ntevint-harvei-ena-politiko-kinima-ayto-fovatai-i-exoysia-toy-hrimatos#sthash.ixGfHLiv.dpuf