για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία

για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία
...................................................για το όνειρο, το όραμα για την ου-τοπία
Δεν έχουμε δεν πληρώνουμε....
"Η χώρα δεν έχει ανάγκη από μια συμφωνία γενικά. Έχει ανάγκη από μια έξοδο από τα αδιέξοδα των μνημονίων, από μια σύνθετη πολιτική διεξόδου και αναγέννησης σε όλους τους τομείς, παραγωγικής και πνευματικής – κοινωνικής, εθνικής ανασυγκρότησης, που δεν μπορεί να γίνει μέσα από τα νεοφιλελεύθερα δόγματα και τους όρκους πίστης στις συνθήκες της Ε.Ε., χωρίς έναν σταθερό προσανατολισμό για μια νέα θέση της χώρας στον γεωπολιτικό άξονα. [Ο Δρόμος της Αριστεράς]

Σάββατο 16 Αυγούστου 2014

Νίκος Πλουμπίδης: Εξήντα (60) χρόνια μετά την εκτέλεσή του


Φυλακή – Σανατόριο

13 προς 14 Αυγούστου 1954
Υ.Γ.: Μη λυπάστε, εγώ τώρα θα ησυχάσω. Σας εύχομαι όλων ευτυχία. Ο θάνατος είναι μια αλλαγή της ύλης. Έτσι είναι.      Νίκος Πλουμπίδης

 


Αθήνα  14  ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1954. Χαράματα στο Δαφνί. Ενα αυτοκίνητο μεταφέρει  δεμένο με χειροπέδες τον Νίκο Πλουμπίδη στον τόπο εκτέλεσης. Λίγο μετά πέφτει νεκρός. Η ηγεσία του ΚΚΕ ανακοινώνει από το εξωτερικό, μέσω του ραδιοφωνικού της σταθμού, ότι πρόκειται  για εικονική εκτέλεση.    

Πρόκειται για την κορύφωση  μιας  ανθρώπινης    τραγωδίας και μια πολιτικής σκευωρίας που άφησε ανεξίτηλα σημάδια στην ιστορική πορεία και την ηθική υπόσταση της Αριστεράς. 

Ο Νίκος Πλoυμπίδης, ο «κόκκινος δάσκαλος» αντιμετώπισε  το εκτελε-στικό  απόσπασμα  ζητωκραυγάζοντας  για το ΚΚΕ, την ίδια στιγμή που το κόμμα  του τον κατηγορούσε ως «προδότη», αμφισβητώντας ακόμη και την εκτέλεση του. Η σύλληψη του τον Νοέμβριο του 1952, η αποκήρυξε του από το ΚΚΕ, η καταδίκη του σε θάνατο για κατασκοπεία και η εκτέλεσή του, είναι από τα σημαντικότερα γεγονότα στην μετεμφυλιοπολεμική Ελλάδα, που σημάδεψαν  την ιστορία της Αριστεράς.

Το www.stokokkino.gr  και οι «Ιστορίες  στο Κόκκινο από τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας» δημοσιεύουν  σήμερα κείμενα του  Δημήτρη Πλουμπίδη, γιου του μαρτυρικού στελέχους της Αριστεράς  Νίκου Πλουμπίδη, του ιστορικού  Βαγγέλη Καραμανωλάκη και το τελευταίο γράμμα του «κόκκινου δάσκαλου» λίγες ώρες πριν εκτελεσθεί…
~~~~~~~~~~~~~~~~~~///~~~~~~~~~~~~~~~~~

Αρθρο του Δημήτρη Πλουμπίδη, γιου του εκτελεσθέντος Νίκου Πλουμπίδη
ΝΙΚΟΣ ΠΛΟΥΜΠΙΔΗΣ  
60 χρόνια από την εκτέλεση του, 14 Αυγούστου 1954



 ΕΚΑΝΕ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΤΟΥ ΤΗ ΖΩΗ 
 
Η εκτέλεση του Ν. Μπελογιάννη το 1952 και του Ν. Πλουμπίδη το 1954  αποτελούν μέρος του ματωμένου επιλόγου του εμφυλίου  πολέμου  αλλά  και της απάντησης των νικητών  στην προσπάθεια ανασυγκρότησης  της  αριστερής παράταξης  στην Ελλάδα, μετά την λήξη του εμφυλίου. Κορυφαία στιγμή για τον Ν. Πλουμπίδη είναι η στάση του στο Στρατοδικείο που τον καταδίκασε σε θάνατο τον  Ιούλιο  1953, όπου κλήθηκε να υπερασπίσει την  πολιτική του ΚΚΕ, ενώ είχε καταγγελθεί ως χαφιές και προβοκάτορας. Ο τρόπος που χειρίστηκε την υπεράσπιση του  αποτέλεσε  μείζονα πολιτική πράξη, όπως  έδειξε η μελλοντική πορεία της «υπόθεσης Ν. Πλουμπίδη» που δεν μπορεί να «κλείσει» αν δεν αντιμετωπιστεί ουσιαστικά και πολιτικά. 

Γεννήθηκε στα Λαγκάδια Γορτυνίας την Πρωτοχρονιά του 1903. Τελείωσε το Γυμνάσιο στη Δημητσάνα. Το μέτωπο κατέρρευσε λίγο πριν την αναχώρηση της μονάδας του για τη Μικρά Ασία. Σπούδασε στο Διδασκαλείο Πύργου Ηλείας και διορίστηκε δάσκαλος στην Βούρμπα (Μηλέα) Ελασσόνας το 1924. Παρέμεινε  στην εκπαίδευση εως το 1929, οπότε και απολύθηκε λόγω της ένταξης του και της δράσης του στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, από το 1925. Από τότε η ζωή του είναι συνυφασμένη με τους πολιτικούς και συνδικαλιστικούς αγώνες  στην Ελλάδα.  Το 1929 εκλέγεται στο Προεδρείο των Δημοσίων Υπαλλήλων, αλλά είναι για κείνον και η χρονιά που εμφανίζεται η φυματίωση των πνευμόνων, ασθένεια που θα τον συνοδεύσει ως το τέλος της ζωής του. Το 1931, εκλέχτηκε μέλος του Γραφείου Περιφερειακής Επιτροπής Αθήνας του ΚΚΕ και το 1932  μέλος του Προεδρείου της Ενωμένης ΓΣΕΕ.
Το 1934 πηγαίνει στη Μόσχα όπου εκπροσωπεί την Ενωμένη ΓΣΕΕ στην Κόκκινη Συνδικαλιστική Διεθνή και σπουδάζει στο KUTV (Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο Εργαζομένων της Ανατολής). Τον Δεκέμβρη του 1935  στο 6ο Συνέδριο του ΚΚΕ εκλέγεται αναπληρωματικό μέλος της Κεντρικής Επιτροπής. Το 1938, καθώς οι πολυάριθμες συλλήψεις από την δικτατορία του Ι. Μεταξά έχουν αποδεκατίσει το στελεχικό δυναμικό, εκλέγεται μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Συλλαμβάνεται τον Μάιο του 1939. Τον Φεβρουάριο του 1942 δραπετεύει από την Τρίπολη, γυρίζει στην Αθήνα και συνεισφέρει στην οργάνωση της αντίστασης μέσα από τις κομματικές και ΕΑΜικές οργανώσεις. Κορυφαία στιγμή, η ματαίωση της  πολιτικής επιστράτευσης Ελλήνων εργατών για τα εργοστάσια της Γερμανίας, τον Μάρτιο 1943.
Προσωπικές στιγμές, ο γάμος του με την Ιουλία Παπαχρίστου, επίσης μέλος του ΚΚΕ, τον Φεβρουάριο 1946 και η γέννηση του γιού του, σε βαθειά παρανομία, τον Μάιο 1948. Αδιάκοπα στην παρανομία από το 1947, μετά το κύμα συλλήψεων στελεχών το 1948 και 1949 αναδεικνύεται ο ιδιαίτερος ρόλος του στην καθοδήγηση των παράνομων κομματικών οργανώσεων και την αναδιοργάνωση της πολιτικής εκπροσώπησης της αριστεράς.
Το 1950 λίγο μετά το τέλος του Εμφυλίου, καθοδηγεί την ίδρυση της Δημοκρατικής Παράταξης. Το 1951 παραδίδει την ηγεσία των παράνομων κομματικών οργανώσεων στο Ν. Μπελογίαννη και αναλαμβάνει ξανά μετά την σύλληψη του τελευταίου.  Το 1951, με εντολή του Ν. Ζαχαριάδη, μετέχει ενεργά στην ίδρυση της ΕΔΑ (3.8.1951). 
Λίγο αργότερα αρχίζει η απομόνωση του από το κόμμα. Πρόκειται για ζήτημα που δεν έχει ως σήμερα πλήρως διευκρινιστεί και ανήκει στην διαχείριση της ήττας στον εμφύλιο πόλεμο από την εξόριστη κομματική ηγεσία και τις διαφορετικές στρατηγικές ανασυγκρότησης  των κομματικών και αριστερών δυνάμεων στην Ελλάδα. Συλλαμβάνεται τον Νοέμβριο 1952 και συγχρόνως καταγγέλεται ως προβοκάτορας από το κόμμα. Η δίκη του, τον Ιούλιο του 1953, αναδεικνύεται σε μείζον πολιτικό γεγονός καθώς ο κατηγορούμενος που αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη της υπεράσπισης της πολιτικής του κόμματος, συγχρόνως  κατηγορείται  από την ηγεσία ως χαφιές και προβοκάτορας.
Εκτελέστηκε «στα  κρυφά» στις 14 Αυγούστου 1954, ενώ η θανατική καταδίκη εκκρεμούσε από καιρό στο γραφείο του υπουργού Δικαιοσύνης. Η κοινωνική διάσταση της υπόθεσης Ν. Πλουμπίδη θα είναι μονόπλευρη αν μείνουμε  σε μια εκτός τόπου και χρόνου ηρωική στάση ενός ανθρώπου και δεν δούμε την πολιτική της πλευρά. Ότι δηλαδή, από την σύλληψη του και αφού  παγιδεύτηκε  στη διπλή κατηγορία έκανε πολιτική με αυτό που διέθετε, την ίδια του τη ζωή.
 
Το ποίημα  του Δημήτρη Δούκαρη  (ενότητα Καλλίστη Θήρα 1953 )  αποδίδει  την θύελλα  που προκάλεσε η «υπόθεση Πλουμπίδη» στην συνείδηση πολλών ανθρώπων στρατευμένων στην υπόθεση της κομμουνιστικής αλλά και της ευρύτερης αριστεράς.


Δίκη Νικολάου Πλουμπίδη
Από τη Σωτηρία του υπόκωφου θάνατου
έως  τη σωτηρία  της ψυχής σου, 

πάνου στο πήλινο Γουδί του αθάνατου πόνου,
στενή κι’ αδιάβατος , τραχεία η οδός-
κι’ από όσες βάραιναν σκλαβιές τον κλήρο σου,
απ’ όσες λευτεριές σκαρφάλωναν
στο τιμημένο της ζωής σου όραμα:
η Ελευθερία του Σταυρού,
στερνό μίλημα της άφθαρτης γαλήνης σου-
ενώπιος ενωπίω στη μοναξιά σου
κι’ η αχή σου ν’ αντηχεί  εν τη ερήμω  ̇
ολούθε σε τυλίγουν οι κραυγές : τον Βαρραβάν ,
πάντοτε και απανταχού οι κραυγές: τον Βαρραβάν –
όχι εσένα, προ παντός, όχι ε σ έ ν α ̇
την ιερή πλήρωση του κύκλου σου,
το σιωπηλό σπασμό του χρέους,
την κρυφή αγωνία του σκαμένου μαρτυρίου -
ω σιγαληνή αδημονία του:
ο ποιεις , ποίησον τάχιον,
κι οι φρουροί  ένα γύρω μ’ εξαντλητική καθυστέρηση
και μήτε ποιητής , μήτε τ’ ουρανού τα κύματα,
να χαιρετίζουν το μήνυμα της ολοδικής σου Ειρήνης,                                                       στο τελευταίο της λευτεριάς σου βλέμμα –
γιέ αλγεινής μοίρας,
απόστολε της έσχατης ερήμωσης
το στεφάνι σου εξ’ ακάνθων, μαρμάρινο στεφάνι,
στ’ αναρτημένα λείψανα της εποχής μας. 

Δ.Ν. Πλουμπίδης


~~~~~~~~~~~~~~~~~/////~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~


         Αρθρο του ιστορικού Βαγγέλη Καραμανωλάκη      


ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΧΑΡΑΜΑΔΕΣ 
ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΠΛΟΥΜΠΙΔΗ

Η σύλληψη, τον Νοέμβριο του 1952, του Νίκου Πλουμπίδη, η αποκήρυξη του από το ΚΚΕ, η καταδίκη του σε θάνατο για κατασκοπεία και η εκτέλεση του στις 14 Αυγούστου 1954 αποτελεί, αναμφισβήτητα, ένα από τα πλέον σημαντικά επεισόδια στην μετεμφυλιοπολεμική Ελλάδα, το οποίο σημάδεψε  την  ιστορία της Αριστεράς στη χώρα μας. 
Κατά τη διάρκεια της κράτησής του και της δίκης του, ο Πλουμπίδης αρνήθηκε να αποκηρύξει το ΚΚΕ. Διαδήλωσε την πίστη του στο Πολιτικό Γραφείο και τον σεβασμό στις αποφάσεις του, ακόμη και εάν ήταν λανθασμένες, όπως στη δική του περίπτωση, ενώ παράπεμψε την δικαίωση του σε μεταγενέστερο χρόνο, όταν το κόμμα θα επανεξέταζε την υπόθεση του.
Παράλληλα, όμως, όπως γνωρίζουμε σήμερα, συνέγραψε μια σειρά επιστολών-σημειωμάτων προς την οικογένεια του, από το 1953 έως το 1954, τα οποία αποτελούν ένα είδος απολογίας του προς το κόμμα και τις υποθέσεις που θεώρησε ότι στοιχειοθέτησαν την κατηγορία του χαφιέ εναντίον του. Τα γράμματα αυτά παραδόθηκαν, με βάση την επιθυμία του Πλουμπίδη, από την οικογένεια του στο ΚΚΕ, το 1974, με αίτημα τη δημοσίευσή τους. Τα χρόνια που ακολούθησαν δημοσιεύθηκαν μόλις δυο, ενώ τελικά το 1997 ο αποδέκτης των γραμμάτων, αδελφός της γυναίκας του Πλουμπίδη Ιουλίας, Δημοσθένης Παπαχρήστου τα εξέδωσε (Νίκος Πλουμπίδης Ντοκουμέντα Γράμματα από τη φυλακή 1953-1954, Αθήνα, Δελφίνι, 1997), προσφέροντας μια συγκλονιστική πηγή για τον τρόπο σκέψης και τη στάση ενός αγωνιστή.



ΤΑ ΚΑΤΩ ΑΚΡΑ, Γ. Ψυχοπαίδης , 1995

Τα 15 γράμματα- σημειώματα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο ξεκινούν τον Δεκέμβριο του 1953, ένα χρόνο μετά τη σύλληψη, δίκη και καταδίκη του Πλουμπίδη, για να καταλήξουν τον Απρίλιο του 1954. Είναι μικρά, «συμπυκνωμένα», γραμμένα ακανόνιστα, τις ώρες που δεν παρακολουθεί τον κρατούμενο ο φύλακας. Παρόλο που τυπικά απευθύνονται στον Δ. Παπαχρήστου, εκτός από το τελευταίο που δημοσιεύουμε σήμερα εδώ και το οποίο απευθύνεται στην Ιουλία Πλουμπίδη, ουσιαστικός αποδέκτης των γραμμάτων είναι στην πραγματικότητα το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ. Εκεί κατατίθενται οι απόψεις του Πλουμπίδη ώστε εν ευθέτω χρόνω να ληφθούν υπόψη για την επανεξέταση της υπόθεσης. Ως τότε ρητή εντολή του Πλουμπίδη είναι τα γράμματα να μην γίνουν γνωστά σε κανέναν άλλον πλην της οικογένειας.

Η έγνοια του να μη διαβαστούν από όλους συνδέεται με την αίσθηση του ανωτάτου κομματικού στελέχους που γνωρίζει από τη θέση του απόρρητα στοιχεία για το κόμμα. Η αίσθηση αυτή οδηγεί σε μια πολλαπλή λογοκριτική συμπεριφορά συνδεδεμένη με εξωτερικούς και εσωτερικούς παράγοντες.  Κατ' αρχάς η απουσία ονομάτων ή τα ψευδώνυμα  προφυλάσσουν  πρόσωπα και καταστάσεις από τους υπεύθυνους των φυλακών εάν γίνουν αντιληπτά. Σε ένα δεύτερο επίπεδο ο Πλουμπίδης αποφεύγει να πει πράγματα κυρίως για το παρελθόν που ακόμη και στο μέλλον θα μπορούσαν να βλάψουν το κόμμα.
Η κομματικότητα αποτελεί την υπέρτατη αρχή που καθορίζει και την προσωπική του στάση. Ο Πλουμπίδης δεν επιτρέπει στον εαυτό του να εκφράσει τα συναισθήματά του για το γιο του τη μόνη φορά στη ζωή του που τον συναντά, στη δίκη, γιατί θεωρεί ότι η σκηνή μπορεί να γίνει αντικείμενο από όσους θέλουν να βλάψουν την εικόνα ενός ανώτατου κομμουνιστικού στελέχους. Ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές του δεν στέκεται κριτικά απέναντι σε αυτή την ιδιότητα, δεν αισθάνεται ότι μπορεί κάποιος να του την αφαιρέσει, καθώς είναι αποτέλεσμα της ιδεολογίας του, της μακρόχρονης πορείας του αλλά και της πίστης του προς το κόμμα. Σε αυτή τη διαδρομή μπορεί να υπάρχουν σκοτεινές πλευρές, στιγμές που δεν εφάρμοσε με τη μέθοδο που θα έπρεπε τη γραμμή του κόμματος, αλλά αυτό ήταν αποτέλεσμα διαφορετικής εκτίμησης για τον τρόπο της εφαρμογής.
Στο σχήμα αυτό η απουσία ή η δυσκολία επαφής με το Πολιτικό Γραφείο, απουσία απόλυτα εύλογη στο πλαίσιο των συγκεκριμένων ιστορικών συγκυριών, αποτελεί το συνήθη λόγο. Ετσι ο Πλουμπίδης εκτεταμένα αναφέρεται στην υπόθεση της Παλιάς Κεντρικής Επιτροπής, ενώ αναφέρεται ακόμη και στη σχέση του με τον Σιάντο, ο οποίος έχει κατηγορηθεί από τον Ζαχαριάδη ως ο κατ’ εξοχήν πράκτορας των Άγγλων, ή στην αμφισβήτηση του γράμματος του Ζαχαριάδη.
Σε όλες τις διαφοροποιήσεις του ο Πλουμπίδης τονίζει πως είτε πρόκειται για θέματα στρατηγικής ή τα όσα έκανε δεν υπερβαίνουν πάγιους κομματικούς κανόνες. Σε μεγάλο βαθμό αυτή η γραμμή ακολουθείται και για την απάντηση στις κατηγορίες περί χαφιέ από την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ. Μέσω των κειμένων του επιχειρεί να απαντήσει σε μια κατηγορία που δεν γνωρίζει, ανακαλώντας από τη μνήμη του όσα θεωρεί ότι μπορεί να σχετίζονται. Οι κύριες απαντήσεις που επιχειρεί να δώσει με δυο εκτεταμένα σημειώματα αφορούν στις εκλογές του 1950 και 1951 όπου είχε αναλάβει την ευθύνη και όπου η μη εκτέλεση κατά γράμμα της εντολής του Π.Γ θεωρεί ότι επέδρασαν στον χαρακτηρισμό του ως προδότη∙ είχε απόλυτο δίκιο, όπως γνωρίζουμε σήμερα από το κομματικό καταδικαστικό πόρισμα.
Ο Πλουμπίδης επιχειρεί να ερμηνεύσει τα όσα του συμβαίνουν καταφεύγοντας σε οικεία εξηγητικά σχήματα, στους χαφιέδες και στους εγκάθετους πράκτορες της Ασφάλειας. Στη δική του ερμηνεία της υπόθεσης αναγορεύεται σε βασικό στόχο των εχθρών του κόμματος λόγω του ρόλου του στο παράνομο κλιμάκιο της Αθήνας από το 1948 έως το 1951. Ενόσω ήταν ελεύθερος δεν τολμούσαν να τον χτυπήσουν, αλλά έστελναν λανθασμένες πληροφορίες στο ΠΓ, το οποίο είχε ερωτηματικά αλλά δεν τον θεωρούσε χαφιέ. Η σύλληψη του αποθράσυνε τους εχθρούς του, οι οποίοι παρέσυραν το ΠΓ για την αποκήρυξη. Σε αυτό το πλαίσιο οι συνεχιζόμενες επιθέσεις του Ραδιοφωνικού Σταθμού, οφείλονται στη διατήρησή των χαφιέδων στα πόστα τους και στην προσπάθεια ανάδειξης του Πλουμπίδη σε αποδιοπομπαίο τράγο.
Η αναφορά στους χαφιέδες επιτρέπει στον Πλουμπίδη να κρατήσει στο απυρόβλητο την ηγεσία του κόμματος, η οποία εξ ορισμού μπορεί να κάνει λάθη δεν μπορεί, όμως να προδίδει, καθώς αποτελεί, όπως γράφει χαρακτηριστικά, την προσωποποίηση του κόμματος. Το κόμμα είναι η οικογένεια του ανθρώπου, είναι η κοινωνία μέσα στην οποία ζει και λογοδοτεί ο κομμουνιστής. Η πραγματική οικογένεια, οι συγγενικοί δεσμοί υπάρχουν και λειτουργούν πάντοτε υπό την κομματική ιδιότητα. Η στάση αυτή δεν σημαίνει ότι ο Πλουμπίδης δεν κάνει κριτική στα πεπραγμένα της ηγεσίας, και μάλιστα με τον «αέρα» του ανωτάτου κομματικού στελέχους, ο οποίος ξέρει ότι η γνώμη του έχει βάρος.
Σε αυτό το πλαίσιο, το μόνο που μπορεί να ελπίζει είναι το δικαστήριον της αύριον, τη στιγμή όπου το ΠΓ θα έλθει στην Αθήνα και θα συγκεντρώσει στοιχεία. Η ελπίδα του δεν αφορά στον ίδιο μόνο. Γνωρίζει ότι ο θάνατος είναι κοντά και το επισημαίνει συνέχεια. Η αποκατάστασή του αφορά στο κόμμα και στην οικογένεια του για να μην φέρει αυτό το βάρος. Η μοναδική άμυνα του είναι η δημόσια στήριξη του κόμματος, ώστε να αποδείξει ότι δεν είναι χαφιές, η οργάνωση της στάσης του ώστε να μπορέσει την επόμενη μέρα να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό μέσον για την αποκατάστάση του. Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά θα κατέληγε αμέσως στο θάνατο, εάν δεν υπήρχαν οι μάχες της δίκης και στη συνέχεια του εκτελεστικού αποσπάσματος. Στο πλαίσιο αυτό η συγγραφή των γραμμάτων αποτελεί ένα ακόμη πρόσθετο όπλο.
Η εικόνα αυτή δεν παραπέμπει σε μια εικόνα «αλύγιστου» αγωνιστή, αντίθετα αναδεικνύουν την ανθρώπινη διάστασή του, τα ερωτήματα, τους προβληματισμούς του.  Ο Πλουμπίδης διακατέχεται από μια συνεχή θλίψη κυρίως για την κομματική καταδίκη του και όχι για τον επερχόμενο θάνατό του, τον οποίον κάποτε αντιμετωπίζει ως λύτρωση. Μέσα από τις χαραμάδες του λόγου του εμφανίζεται η προσωπική πικρία και το συναίσθημα της αδικίας από τους συντρόφους του. Στοιχεία τα οποία στη συνέχεια τα εξορίζει λογικά, θεωρώντας ότι συσκοτίζουν τον πολιτικό χαρακτήρα της υπόθεση.
Στην λογική του Πλουμπίδη η πολιτική διάσταση της υπόθεσης είναι η κυρίαρχη. Το παλαίμαχο στέλεχος, το οποίο έχει διανύσει μια μακρότατη και πολύπαθη κομματική ζωή, επιδιώκει ως ύστατη πράξη να συγκροτήσει όλα εκείνα τα στοιχεία που θα του επέτρεπαν να στοιχειοθετήσει τη δική του υπεράσπιση, ως ανώτατο κομματικό στέλεχος, στη μελλοντική συζήτησή για την αποκατάστασή του. Σε αυτή τη διαδικασία ο Πλουμπίδης κρατά την πίστη του στο Π.Γ και στο κόμμα ως στοιχείο για τη μελλοντική του δικαίωση αλλά και ως το βασικό σημείο μέσα από το οποίο μπορούσε να νοηματοδοτήσει την ύπαρξη του.
Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι στο τελευταίο γράμμα προς την οικογένεια, ακόμη και όταν  το Π.Γ. γίνεται «οι κατήγοροι» και δεν υπάρχει η αναφορά στο κόμμα υπάρχει πάντα η πίστη στην ιδεολογία του με μια υπέροχη κατάφαση ΥΓ. Μη λυπάστε, εγώ τώρα θα ησυχάσω. Σας εύχομαι όλων ευτυχία. Ο θάνατος είναι μια αλλαγή της ύλης. Έτσι είναι.
 
Βαγγέλης Καραμανωλάκης


                    ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΓΡΑΜΜΑ                      

«Αγαπημένοι μου, 
Σας γράφω τις τελευταίες μου γραμμές. Είναι η πρώτη ώρα της 14ης Αυγούστου 1954. Με ξύπνησαν για να με ειδοποιήσουν ότι το πρωί θα γίνει η εκτέλεσή μου. 
Τις τελευταίες αυτές ώρες που μου απομένουν τις αφιερώνω στους αγαπημένους μου. 
Εκείνο που έχω να σας πω είναι ότι ΠΟΤΕ μου ΔΕΝ υπήρξα προδότης, όπως με αποκαλούν οι κατήγοροί μου. Πάντα υπηρέτησα πιστά την ιδεολογία μου πιστεύοντας ότι εξυπηρετώ το λαό. 
Συγχωρώ τους κατηγόρους μου για τις πίκρες που μου ‘δωσαν την ώρα που χρειαζόμουν συμπάθεια και κατανόηση. Σας παρακαλώ και σας όλους να συγχωρήσετε και σεις τους κατηγόρους μου. Αυτό θα είναι για μένα ανακούφιση. 
Εκφράζω την ευγνωμοσύνη μου στον πεθερό μου και πεθερά μου. Στον αγαπητό μου Βρασίδα, Δημοσθένη και γυναίκα του, που μου παραστάθηκαν στοργικά στη φυλάκισή μου. 
Εκφράζω την ευγνωμοσύνη μου στις αδελφές μου που ταλαιπωρούνταν να με επισκέπτονται κάθε εβδομάδα. Αποχαιρετώ τα’ αδέλφια μου Σπύρο και Γιώργη. 
Εκφράζω την ευγνωμοσύνη μου σ’ όλους, γνωστούς και αγνώστους, για τη συμπαράστασή τους ή την καλοσύνη που έδειξαν απέναντί μου στις κακές ώρες της ζωής μου. 
Στα ανίψια μου και ιδιαίτερα τη Γεωργία εύχομαι κάθε ευτυχία. 
Στην αγαπημένη μου Ιουλία, που μου στάθηκε αγαπημένη συντρόφισσα στα λίγα χρόνια της ζωής μας, εκφράζω τη βαθιά μου ευγνωμοσύνη για τη στοργή και την αγάπη της. Της εύχομαι να ζήσει τη ζωή της και να ευτυχήσει. 
Στο αγαπημένο μου παιδί το ΔΗΜΗΤΡΗ εύχομαι να γίνει ΜΕΓΑΛΟΣ και ΧΡΗΣΙΜΟΣ άνθρωπος για το καλό το δικό του και του ελληνικού λαού.   
 

Σας αφήνω γεια
Νίκος
 
Φυλακή – Σανατόριο
13 προς 14 Αυγούστου 1954
Υ.Γ. Μη λυπάστε, εγώ τώρα θα ησυχάσω. Σας εύχομαι όλων ευτυχία. Ο θάνατος είναι μια αλλαγή της ύλης. Έτσι είναι. 
(υπογραφή)» 

Κομμάτια κι αποσπάσματα: Ιστορίες στο Κόκκινο
Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας
Επιμέλεια: Μάνος Αυγερίδης              




δείτε: http://stokokkino.gr/article/10831/Nikos-PLoumpidis-60-xronia-meta-tin-ektelesi-tou#sthash.rU2jNfZR.dpuf

Πέμπτη 10 Ιουλίου 2014

Foucault και Marx: σημεία σύγκλισης και αίρεσης

Για τον Foucault, η εξουσία ενυπάρχει σε κάθε ανθρώπινη σχέση και δεν είναι προνόμιο της κυρίαρχης τάξης. Η «μικροφυσική της εξουσίας» παίρνει λοιπόν τη θέση της μαρξιστικής θεωρίας του κράτους σαν όργανο καταπίεσης και επιβολής της εξουσίας της κυρίαρχης τάξης απέναντι σε όλες τις άλλες.

Μια επίκαιρη συζήτηση για ένα ανοικτό ερώτημα


Αντώνης Γαλανόπουλος*
 
Είκοσι πέντε χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τον θάνατο του Michel Foucault και θα λέγαμε πως τα τελευταία δύο χρόνια παρατηρούμε μια έντονη επανεμφάνιση των ιδεών και της επιρροής του μεγάλου Γάλλου φιλοσόφου στις εκδόσεις και την αρθρογραφία στη χώρα μας. Η επιστροφή αυτή συνδέεται στενά με την τρέχουσα κρίση χρέους και τις πολιτικοοικονομικές συνέπειές της στο κοινωνικό σώμα. Το 2012 κυκλοφόρησε στα ελληνικά το βιβλίο Η γέννηση της βιοπολιτικής που απαρτίζεται από μια σειρά μαθημάτων που παρέδωσε ο Michel Foucault στο Κολέγιο της Γαλλίας το 1979, στα οποία ασχολείται με την ανάλυση των μορφών της νεοφιλελεύθερης κυβερνητικότητας. Η επικαιρότητα του βιβλίου αυτού καταγράφηκε και στην εφημερίδα «Το Βήμα»: «Πώς η φιλελεύθερη αγορά μπήκε στη σκηνή της Ιστορίας και πώς η Γερμανία αναδείχθηκε σε πρότυπο του νεοφιλελευθερισμού. Οι διορατικές και τολμηρές παραδόσεις του Μισέλ Φουκό στο Κολέγιο της Γαλλίας μας βοηθούν να καταλάβουμε το σήμερα».
Ένα δεύτερο σημείο αυτής της επιστροφής είναι η σύνδεση της έννοιας της βιοπολιτικής με τις έννοιες του χρέους και της λιτότητας, την οποία συναντάμε, μεταξύ άλλων, στην αρθρογραφία του Κώστα Δουζίνα και του Γιάννη Σταυρακάκη.1Αποκορύφωμα αποτελεί η έκδοση στα ελληνικά του βιβλίου του Maurizio Lazzarato Η κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου, έργο βαθιά επηρεασμένο από τις ιδέες του Foucault.
Το τρίτο σημείο, αυτό που θα μας απασχολήσει εδώ, είναι το εγχείρημα της αλτουσσεριανής σχολής να συνταιριάξει τη φουκωική και τη μαρξική κοινωνική θεωρία σε μία ανώτερη ενότητα. Χαρακτηριστικό αυτού του εγχειρήματος είναι η έκδοση στα ελληνικά του βιβλίου Φουκώ και Μαρξ. Το παραγωγικό υποκείμενο του Pierre Macherey από τις εκδόσεις Εκτός Γραμμής. Αυτή η προσέγγιση εκκινεί από την ιδέα ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού συνδέεται με την εμφάνιση μιας νέας μορφής εξουσίας και συνακόλουθα μιας νέας αντίληψής της, η οποία εκφράζεται στο έργο του Michel Foucault.
Ο Foucault είχε μια ιδιαίτερη και αμφίθυμη σχέση με τον μαρξισμό αλλά και με τον ίδιο τον Marx, την οποία θα επιχειρήσουμε να περιγράψουμε με την ελπίδα να αναδείξουμε τις διαφωνίες και τα σημεία σύγκλισης που μπορούν να οδηγήσουν σε μια ανανέωση της ριζοσπαστικής και προοδευτικής σκέψης σήμερα. Κι αν η αλτουσσεριανή προσέγγιση δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην πλευρά του Marx, οδηγώντας και σε κάποιες υπερβολές στην προσπάθεια να ενταχθεί ο Foucault στο μαρξιστικό Παράδειγμα, εμείς θα δούμε τη σχέση αυτή μέσα από το έργο και την οπτική του Foucault.

Το ζήτημα της εξουσίας
Πρόθεση του Foucault είναι να προτείνει ένα εννοιολογικό σύστημα της εξουσίας που θα ξεφεύγει τόσο από τη μαρξιστική όσο και από τη δικαϊκή-νομική προσέγγιση. Η εξουσία σύμφωνα με τον Foucault δεν ανήκει σε συγκεκριμένα άτομα ή ομάδες ατόμων, δεν έχει έναν και μόνο γενέθλιο τόπο, δεν εντοπίζεται σε συγκεκριμένους πολιτικούς φορείς και θεσμούς, αλλά διαπερνά ολόκληρο τον κοινωνικό ιστό, συνιστώντας έτσι ένα δίκτυο σχέσεων. Δεν πρόκειται λοιπόν για μία αλλά για πολλές εξουσίες και πιο συγκεκριμένα για σχέσεις εξουσίας.
Επίσης, για τον Foucault, η εξουσία ενυπάρχει σε κάθε ανθρώπινη σχέση και δεν είναι προνόμιο της κυρίαρχης τάξης. Η «μικροφυσική της εξουσίας» παίρνει λοιπόν τη θέση της μαρξιστικής θεωρίας του κράτους σαν όργανο καταπίεσης και επιβολής της εξουσίας της κυρίαρχης τάξης απέναντι σε όλες τις άλλες.
Όταν ο Foucault προτείνει τον τρόπο με τον οποίο οφείλουμε να μελετάμε την εξουσία, αντιστρέφει τη συνήθη πορεία, λέγοντας πως πρέπει να δούμε την εξουσία από τα κάτω προς τα πάνω, ισχυριζόμενος πως η εξουσία δεν απορρέει από το κράτος. Κάθε έννοια κεντρικής εξουσίας δεν μπορεί να υπάρξει και να λειτουργήσει χωρίς την ύπαρξη σχέσεων εξουσίας στο μικροεπίπεδο.2 Το κράτος, για τον Foucault, συνίσταται στην κωδικοποίηση ενός αριθμού σχέσεων εξουσίας που καθιστούν δυνατή τη λειτουργία του και η επανάσταση είναι ένας διαφορετικός τύπος κωδικοποίησης των ίδιων σχέσεων.3
Ο Foucault προβαίνει με αυτόν τον τρόπο στην ουσιαστική διάκριση κράτους και εξουσίας καθώς ισχυρίζεται ότι οι σχέσεις εξουσίας επεκτείνονται πέρα από τα όρια του κράτους. Κατά συνέπεια υποστηρίζει ότι μπορούμε να φανταστούμε επαναστάσεις που καταλαμβάνουν την κρατική εξουσία και αλλάζουν τις κρατικές δομές αλλά αφήνουν άθικτες τις σχέσεις εξουσίας οι οποίες σχηματίζουν τη βάση για τη λειτουργία του κράτους.4 Είναι χαρακτηριστικό ότι θεωρούσε πως το παράδειγμα της σοβιετικής κοινωνίας τον επιβεβαίωνε καθώς «προσέφερε το παράδειγμα ενός κρατικού μηχανισμού που άλλαξε χέρια και που άφησε τις κοινωνικές ιεραρχίες, την οικογενειακή ζωή, την σεξουαλικότητα, το σώμα περίπου όπως ήταν σε μια κοινωνία καπιταλιστικού τύπου».5 Η κριτική του Foucault στο καθεστώς του «υπαρκτού σοσιαλισμού» φώτισε τα θεωρητικά ελλείμματα του μαρξισμού που σχετίζονται με τη διαχείριση των καθημερινών ανθρώπινων σχέσεων, κάνοντας λόγο για εξουσιαστικές σχέσεις που δεν σχετίζονται άμεσα με τις εκάστοτε παραγωγικές σχέσεις, όπως οι διαφυλικές ή οι σεξουαλικές σχέσεις. Ο Foucault αποκάλυψε τις συντηρητικές, παραδοσιοκρατικές ή αυταρχικές όψεις του μαρξισμού και της πολιτικής που τον επικαλείται. Τα μαρξιστικά κόμματα και οι παραδοσιακές μαρξιστικές θεωρίες με άλλα λόγια δεν είχαν την ικανότητα να λάβουν υπόψη τους προβλήματα όπως αυτά της ιατρικής, της σεξουαλικότητας ή της τρέλας.
Για να μην επαναληφθεί η σοβιετική εμπειρία και παρεκκλίνει η επαναστατική διαδικασία, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η εξουσία δεν περιορίζεται στον κρατικό μηχανισμό. Τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει στην κοινωνία αν δεν τροποποιηθούν οι μηχανισμοί εξουσίας που λειτουργούν στην καθημερινότητα και έξω από το πλαίσιο της κρατικών μηχανισμών.6 Οι σχέσεις εξουσίας είναι περίπλοκα φαινόμενα που δεν υπακούν στην εγελιανή μορφή της διαλεκτικής και δεν εξαντλούνται στην αναπαραγωγή των σχέσεων παραγωγής.7
Όσον αφορά τον μαρξισμό, σύμφωνα με τον Foucault πάντοτε, η θεώρηση της εξουσίας παραμένει δέσμια της κεντρικής της άσκησης από τους κρατικούς θεσμούς και της ταξικότητας. Δέσμια δηλαδή της ιδέας ότι οι εξουσιαστικές σχέσεις εξαντλούνται στη βίαιη επιβολή του συμφέροντος της κυρίαρχης αστικής τάξης στην κυριαρχούμενη εργατική. Ο Foucault υποστηρίζει ότι ο μαρξισμός έχει εγκλωβιστεί στην αναπαράσταση της μοναρχικής ανώτατης αρχής, γεγονός που τον καταδικάζει να ταλαντεύεται ανάμεσα στην ιδέα μιας παντοδυναμίας και την ιδέα μιας ριζικής αδυναμίας ή μιας καθαρά παρασιτικής λειτουργίας του κράτους.8
Ο Etienne Balibar σημειώνει απ’ την πλευρά του πως η προσέγγιση του Foucault για την εξουσία δεν είναι απολύτως ανταγωνιστική της μαρξιστικής και επιπλέον ισχυρίζεται ότι δίνει μια διέξοδο στον μαρξισμό. Γράφει χαρακτηριστικά ότι «η πειθαρχία, η μικροεξουσία αντιπροσωπεύουν την άλλη όψη της οικονομικής εκμετάλλευσης και συγχρόνως την άλλη όψη της ταξικής νομικοπολιτικής κυριαρχίας, την ενότητα των οποίων μας επιτρέπουν να στοχαστούμε· με άλλα λόγια, παρεμβάλλονται ακριβώς στο σημείο του βραχυκυκλώματος που διενεργεί ο Μαρξ ανάμεσα στο οικονομικό και το πολιτικό, την κοινωνία και το κράτος, όταν αναλύει την παραγωγική διαδικασία».9 Κι αν, συνεχίζει, οι διορθώσεις του Foucault κατευθύνονται, από τη μια εναντίον του εσχατολογικού φαντασιακού της ιστορίας με το οποίο συνδέεται άρρηκτα ο μαρξισμός, από την άλλη δεν είναι καθόλου ασύμβατες με τις στρατηγικές αναλύσεις που έκανε ο ίδιος ο Marx.

Foucault και Marx: πέρα από την εξουσία
Όπως είναι ήδη εμφανές από τη σύγκριση αυτών των δύο προσεγγίσεων της εξουσίας, ο Γάλλος φιλόσοφος βρίσκεται σε σταθερή αντιπαράθεση με τον μαρξισμό. Φαίνεται όμως εξαρχής ότι, για τον Foucault, η διαμάχη με τον Marx δεν ήταν ποτέ αυτοσκοπός. Ο ίδιος ο Foucault υποστηρίζει ότι δεν είχε αναπτύξει καμία σχέση με τον μαρξισμό καθώς «είναι μια πραγματικότητα τόσο πολύπλοκη, τόσο μπερδεμένη, παγιδευμένη επίσης στο εσωτερικό τόσων πολλών πολιτικών στρατηγικών» και διακρίνει τη σχέση του με τον μαρξισμό από τη σχέση που είχε αναπτύξει με το έργο του Marx.10 Μάλιστα, δηλώνει ότι τοποθετεί το έργο του «στη γενεαλογική γραμμή που εκκινεί από το δεύτερο Βιβλίο του Κεφαλαίου. Αυτό που με ενδιαφέρει στο έργο του Μαρξ είναι το δεύτερο Βιβλίο του Κεφαλαίου, δηλαδή ακριβώς ό,τι αφορά τις αναλύσεις περί της γέννησης του καπιταλισμού σε συνδυασμό με τις αναλύσεις των ιστορικών συνθηκών της ανάπτυξης του καπιταλισμού, ειδικά από την άποψη της εγκαθίδρυσης και εξέλιξης των δομών και θεσμών εξουσίας. Το έργο μου είναι για όλα αυτά εγγενώς συνδεδεμένο με αυτό που γράφει ο Μαρξ».11
Ο Foucault έχει μια αμφίθυμη σχέση με το έργο του Marx. Από τη μια, εκτιμά τις προσπάθειες του τελευταίου, λέγοντας ότι «υπάρχουν πολύ ενδιαφέροντα πράγματα στον Μαρξ αναφορικά με το σώμα, αλλά ο μαρξισμός έχει επισκιάσει φοβερά το σώμα προς όφελος της συνείδησης και της ιδεολογίας»12 και ότι «πολύ σημαντικά πράγματα που έγραφε ο Μαρξ […] έμειναν πρακτικά αναξιοποίητα, προς όφελος ατέρμονων σχολιασμών με θέμα την υπεραξία».13 Από την άλλη, στο βιβλίο του Οι λέξεις και τα πράγματα ο Marx παρουσιάζεται απλώς σαν μια παραλλαγή του Ricardo και της οικονομικής θεωρίας του 19ου αιώνα με πιο έντονο το στοιχείο μιας ιστορικής εσχατολογίας. Γράφει χαρακτηριστικά: «Στο βαθύ επίπεδο της δυτικής γνώσης ο μαρξισμός δεν επέφερε καμιά πραγματική τομή. Στεγάστηκε ανεμπόδιστα μέσα σε μια επιστημολογική διάθεση που τον υποδέχθηκε ευνοϊκά και που ο ίδιος δεν είχε ούτε σκοπό να την ταράξει, ούτε προπάντων τη δύναμη να την μεταβάλει γιατί βασιζόταν ολόκληρος σε αυτήν. Μέσα στη σκέψη του 19ου αιώνα ο μαρξισμός είναι σαν το ψάρι στο νερό: δηλαδή οπουδήποτε αλλού παύει να αναπνέει».14 Ο Foucault μετακινεί την επιστημολογική τομή από τον Marx στον Ricardo, εκτιμώντας ότι οι οικονομικές αναλύσεις του Marx καθοδηγούνται από έννοιες που αντλεί από το υφάδι της ρικαρντιανής οικονομίας.15 Αυτή η αμφίθυμη στάση θα μπορούσε να εξηγηθεί εν μέρει από το γεγονός πως ο Foucault αναμετράται με τα όρια αυτού που ο ίδιος όριζε ως μαρξισμό, που στη πραγματικότητα ήταν μια συγκεκριμένη ανάγνωση του Marx στη Γαλλία.
Αυτό που ελκύει περισσότερο τον Foucault στο έργο του Marx είναι οι ιστορικές εργασίες του. Οι αναλύσεις του Marx ξεχωρίζουν χάρη στη διορατικότητα και την αποτελεσματικότητά τους. Δεν συγκρίνονται, λέει ο Foucault, με μεταγενέστερες έρευνες. Το πρόβλημα όμως είναι ότι πάντα τελειώνουν με προφητικές διατυπώσεις.16 Ο Γάλλος διανοητής διευκρινίζει πως δεν θεωρεί «ότι πρέπει να τελειώνουμε με τον ίδιο τον Μαρξ ο οποίος εξέφρασε αλάνθαστα ορισμένα πράγματα. Πρέπει να διακρίνουμε τον Μαρξ από τον μαρξισμό ως αντικείμενο από το οποίο πρέπει να απαλλαχτούμε».17 Μελετώντας το ουσιαστικό πρόβλημα του τρόπου με τον οποίο πρέπει να υπερβούμε τον μαρξισμό, ο Foucault προσπάθησε να μην πέσει στη παγίδα των παραδοσιακών λύσεων, έτσι υποστήριξε χαρακτηριστικά: «Αυτό που εύχομαι δεν είναι τόσο το να σταματήσει να παραποιείται ο Μαρξ ή να αποκατασταθεί ένας αληθινός Μαρξ, αλλά να απαλλαγεί, να απελευθερωθεί ο Μαρξ από τη δογματική του κόμματος που τον φυλάκισε και τον κράδαινε για τόσο καιρό».18
Υπάρχει, τέλος, μια κύρια διαφορά μεθόδου ανάμεσα στον Foucault και τον Marx. Το σημείο αυτό περιγράφεται από τον Balibar και θα λέγαμε πως δεν έχει λάβει την προσοχή και την επεξεργασία που του αναλογεί στο πλαίσιο της συζήτησης για τη συνάντηση Foucault-Marx. Αυτό που σηματοδοτεί τη διαφορά είναι η εννοιολόγηση της δομής της κοινωνικής σύγκρουσης που εισάγει ο Foucault με τη θεωρία του. Όπως γράφει ο Balibar, «η διαφορά δεν αφορά το διαζευκτικό δίπολο του τοπικού και του σφαιρικού (μιας μικροφυσικής και μιας μακροφυσικής της εξουσίας τρόπον τινά), αλλά την αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα σε μια λογική της σχέσης δυνάμεων, σε σχέση με την οποία η “αντίφαση” δεν αποτελεί στην καλύτερη περίπτωση παρά μια επιμέρους μορφολογία, και σε μια λογική της αντίφασης, σε σχέση με την οποία η “σχέση δυνάμεων” συνιστά μόνο τη στρατηγική στιγμή».19

Συμπέρασμα
Τι μας δείχνει η παραπάνω ανάλυση για τις προοπτικές συνάντησης Foucault και Marx; Η πολυσυζητημένη το τελευταίο διάστημα συνάντηση παραμένει ένα πεδίο προς διερεύνηση, ένα ανοικτό ερώτημα. Από φιλοσοφική σκοπιά, υπάρχουν στον Foucault προβλήματα από τα οποία δεν βρίσκουμε στον Marx ούτε ίχνος.20 Ο Foucault όρισε εκ νέου, σε σχέση με τον κλασικό μαρξισμό, τον χώρο των πολιτικών και κοινωνικών αγώνων καθώς και τη μορφή των επαναστατικών υποκειμένων και κατηγορεί εντέλει τον μαρξισμό ότι συνέβαλε στην έλλειψη πολιτικής φαντασίας.21
Οι θέσεις του Foucault προσφέρουν πολύτιμα εργαλεία για να αναλύσουμε τον σύγχρονο καπιταλισμό και τις σημερινές μορφές πειθάρχησης και βιοεξουσίας. Για τον Balibar, δεν υπάρχει ένα μεγάλο διαζευκτικό δίπολο «ή Marx ή Foucault». Είναι αλήθεια ότι οι αναλύσεις του Foucault περί βιοεξουσίας και βιοπολιτικής δεν μπορούν να παρακαμφθούν από καμία σοβαρή μαρξιστική θεώρηση του σύγχρονου καπιταλισμού και των προβλημάτων που θέτουν στην επαναστατική στρατηγική και τακτική της εποχής μας. Γεγονός που αποτυπώνεται στις επεξεργασίες και τα γραπτά εμβληματικών μεταμαρξιστών θεωρητικών όπως ο Hardt και ο Negri.
Όσο κι αν συμφωνούμε ότι η φουκωική και η μαρξιστική θεωρία δεν είναι εγγενώς ασυμβίβαστες, άλλο τόσο πιστεύουμε από την άλλη ότι δεν είναι και συμπληρωματικές. Αν μια μαρξιστική θεώρηση θα μπορούσε με περισσότερη ευκολία να ενσωματώσει τις ιδέες του Foucault για τη φυλακή, την τρέλα και τη σεξουαλικότητα, δεν θα μπορούσε να γίνει το ίδιο με τη βασική ιδέα των σχέσεων εξουσίας στο μικροεπίπεδο. Η μαρξιστική αντίληψη περί εξουσίας δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τη φουκωική μικροφυσική της εξουσίας. Δεν μπορεί να επιτευχθεί η συνάντηση των δύο θεωριών, αφήνοντας ταυτόχρονα τις δύο θεωρίες άθικτες. Όποιος επιχειρεί να συνδυάσει τον Foucault με τον μαρξισμό, πρέπει να εντοπίσει με σαφήνεια τις αποκλίσεις τους, να επεξεργαστεί σοβαρά τα σημεία αίρεσής τους και μετά από μια γενναία θεωρητική τροποποίηση να δημιουργήσει τα σημεία τομής των δύο θεωριών.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Βλ. ενδεικτικά Κώστας Δουζίνας, «Από την επιθυμία του χρέους στη βιοπολιτική λιτότητα»,Εφημερίδα των Συντακτών (29.4.2014),http://www.efsyn.gr/?p=193471 και Yannis Stavrakakis, «Debt society: Greece and the future o fpost-democracy», RadicalPhilosophy, τχ. 181, σ. 33-38,http://www.radicalphilosophy.com/article/debt-society
2. Μισέλ Φουκώ, Η ιστορία της σεξουαλικότητας, 1: Η δίψα της γνώσης, Ράππας, Αθήνα 1978, σ. 123.
3. Μισέλ Φουκώ, Εξουσία, γνώση και ηθική, Ύψιλον, Αθήνα 1987, σ. 25.
4. Μισέλ Φουκώ, Η μικροφυσική της εξουσίας, Ύψιλον, Αθήνα 1991, σ. 43-44.
5. Μισέλ Φουκώ, Το μάτι της εξουσίας, Βάνιας, Αθήνα 2008, σ. 99.
6. Φουκώ, στο ίδιο, σ. 79.
7. Φουκώ, στο ίδιο, σ. 72 και 98.
8. Etienne Balibar, Ο φόβος των μαζών, Πλέθρον, Αθήνα 2010, σ. 115.
9. Balibar, στο ίδιο, σ. 117.
10. Michel Foucault, Σκέψεις γύρω από το Μαρξισμό, τη φαινομενολογία και την εξουσία, futura, Αθήνα 2013, σ. 21.
11. Foucault, στο ίδιο, σ. 22.
12. Φουκώ, Το μάτι της εξουσίαςό.π., σ. 77.
13. Φουκώ, στο ίδιο, σ. 105.
14. Μισέλ Φουκώ, Οι λέξεις και τα πράγματα, Γνώση, Αθήνα 2008, σ. 363.
15. Φουκώ, Το μάτι της εξουσίαςό.π., σ. 104.
16. Φουκώ, στο ίδιο, σ. 211-212.
17. Φουκώ, στο ίδιο, σ. 190.
18. Φουκώ, στο ίδιο, σ. 193-194.
19. Balibar, Ο φόβος των μαζώνό.π., σ. 118.
20. Ετιέν Μπαλιμπάρ, «Φουκώ-Μαρξ. Παραλληλίες και παράδοξα», Εκτός Γραμμής, τχ. 33 (2013), σ. 78.
21. Φουκώ, Το μάτι της εξουσίαςό.π., σ. 190.
 ΧΡΟΝΟΣ 15 (07.2014)

Σάββατο 10 Μαΐου 2014

Οδυσσέας Αϊβαλής - Υποψήφιος Σύμβουλος της 1ης Δημοτικής Κοινότητας Αθήνας με την "Ανοιχτή Πόλη"

Στις 18 και 25 ΜΑΪΟΥ
ΨΗΦΙΖΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ

Ο ιστότοπος της προεκλογικής καμπάνιας: syriza.eu




       Oδυσσέας   Αϊβαλής     
Εκπαιδευτικός,
Φοιτητής  “Πολιτική Επιστήμη και Κοινωνιολογία”
στο Μεταπτυχιακό Σπουδών  ΕΚΠΑ

Υποψήφιος Σύμβουλος
της 1ης Δημοτικής Κοινότητας Αθήνας 
με την "Ανοιχτή Πόλη"



   Βιογραφικό Οδυσσέα Αϊβαλή   

Μεγάλωσε και ζει στο Κουκάκι. Αποφοίτησε από το Παιδαγωγικό τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης. Είναι μεταπτυχιακός φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης και Κοινωνιολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Από τον Δεκέμβρη του 2008 συμμετέχει σε αντιφασιστικά κινήματα, σε κινήματα γειτονιάς και σε συλλογικότητες επισφαλώς εργαζομένων. Ήταν μέλος της Νεολαίας Συνασπισμού στο Ρέθυμνο και στους νέους εκπαιδευτικούς. Είναι μέλος της Νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ Κουκακίου Πλάκας και της Λαϊκής Συνέλευσης Κουκακίου-Πλάκας. Αρθρογραφεί στο Red notebook και συμμετέχει στο δίκτυο μαθημάτων αλληλεγγύης tutorpool.

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014

Αριστερή κυβέρνηση: πώς θα πετύχει;



Παγκόσμιος καπιταλισμός, Ευρώπη και Αριστερά


του Χρήστου Λάσκου



ΈΡΓΟ ΤΟΥ ROBERT BERENY


1. Πού πάει το πράγμα; Είναι πιθανή μια συστημική κατάρρευση; Όπως σημείωνε ο σπουδαίος συμβουλιακός κομμουνιστής Πάουλ Μάτικ, πριν 30 χρόνια, «στον ανεπτυγμένο καπιταλισμό κάθε κρίση μπορεί να εξελιχτεί σε τελική κρίση».


Πολλοί (από τον συμβουλιακό Ρόμπερτ Κουρτς και τον αναρχικό γεωγράφο Ντέιβιντ Γκράμπερ, μέχρι τον απολύτως μέινστριμ Ντέιβιντ Γκόρντον του Εθνικού Γραφείου Οικονομικών Ερευνών των ΗΠΑ, τον Μίνκι Λι που προφητεύει την χαοτική, τύπου Μαντ Μαξ, μετεξέλιξη του καπιταλισμού και τον Ιμάνουελ Βαλερστάιν, για τον οποίο το σύστημα τα επόμενα χρόνια θα αναφωνήσει «Τετέλεσται»), αμφισβητούν τη δυνατότητα του καπιταλισμού να διατηρήσει, έστω και μετριασμένη, την παραγωγική του δυναμική. Επιπλέον, έχει αναδειχθεί η αδυναμία του να ικανοποιήσει βασικές ανθρώπινες ανάγκες πολύ μεγάλου τμήματος του παγκόσμιου πληθυσμού, άρα και η μη νομιμοποίησή του, μαζί με την καθολική ανορθολογικότητα, από τη σκοπιά της σύνολης ανθρωπότητας.
Ξέρω ότι πολλοί σύντροφοι θεωρούν την αναφορά σε τέτοια «αποκαλυψιακά» ζητήματαεκκεντρικότητα. Χωρίς να μπορώ να επεκταθώ, θα επισημάνω κάποιους οδοδείκτες που μας προσανατολίζουν μέσα στο μακροϊστορικό πεδίο, ενώ, ταυτόχρονα, μας προσγειώνουν στο σήμερα.
α) Το 2008 υπήρξε η μεγαλύτερη πτώση του παγκόσμιου ΑΕΠ (2,5%) μετά το 1929. Έκτοτε, ο ρυθμός μεγέθυνσης της παγκόσμιας οικονομίας υποχωρεί συνεχώς: 2010: 5.2%, 2011: 3.9%, 2012: 3.2%, 2013: 2.9%. Ειδικά για τις ανεπτυγμένες οικονομίες: 2010: 3%, 2011: 1.7%, 2012 :1.5%, 2013 :1.2%.
β) Σε όλη τη διάρκεια της νεοφιλελεύθερης περιόδου, ο ρυθμός συσσώρευσης δεν ακολούθησε τον ρυθμό αύξησης του ποσοστού κέρδους. Η καθαρή επένδυση των καπιταλιστών έμεινε πολύ πίσω, πράγμα συνδεδεμένο και με τη χρηματιστικοποίηση.
γ) «Αν δεν είχε μεσολαβήσει η πετυχημένη νεοφιλελεύθερη επίθεση τη δεκαετία του ’80, η πρόβλεψη του Χένρικ Γκρόσμαν θα είχε από καιρό επιβεβαιωθεί»: το σύστημα θα έτεινε προς κατάρρευση (Ανουάρ Σέικ). Σήμερα, βρισκόμαστε μετά την αποτυχία του νεοφιλελευθερισμού.
2. Υπάρχει κεϋνσιανή λύση, τώρα που στόμωσε ο νεοφιλελευθερισμός; Οι νεοκεϋνσιανοί ισχυρίζονται πως ναι, και μάλιστα τεχνικοοικονομικά εύκολη. Αν δεν έλειπε η πολιτική βούληση, όλα θα ήταν απλά. Με επέκταση της δημοσιονομικής ώθησης, παρεμβάσεις ανακούφισης των «υποθηκευμένων», πληθωρισμό 4%, ποσοτική χαλάρωση μέσω της αγοράς από την κεντρική τράπεζα «χαρτιών» από τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις, υποτίμηση.
Είναι, λοιπόν, οι οπαδοί της λιτότητες τρελοί; Ναι, απαντούν ο Κρούγκμαν και ο Στίγκλιτς. Κάνουν λάθος. Πάσχοντας από έλλειψη ταξικού κριτηρίου, δεν κατανοούν πως η λιτότητα είναι συνέπεια, και όχι αίτιο της κρίσης. Θεωρούν, επομένως, πως το κρίσιμο είναι να πειστούν οι ελίτ να αλλάξουν πολιτική!
Προφανώς, είμαστε αναφανδόν με την αύξηση των μισθών, χωρίς, ταυτόχρονα, να πιστεύουμε πως αυτό απαντά στο ερώτημα της υπέρβασης της καπιταλιστικής κρίσης. Ο Ισόν το θέτει ξεκάθαρα. Όχι «wage led recovery», αλλά «να πληρώσουν οι πλούσιοι». Λέμε λοιπόν ναι στη μεγάλη δημόσια παρέμβαση, στην επέκταση της δημόσιας δαπάνης που θα κατευθυνθεί σε άμεση αύξηση της δημόσιας απασχόλησης, προσφορά εκπαίδευσης, υγείας και φροντίδας, μείωση της φτώχειας.
Μαζί με τα προηγούμενα, η ιδέα του κοινωνικού ελέγχου διαμορφώνει μια αντικαπιταλιστική στρατηγική οπτική. Ο έλεγχος αφορά τον περιορισμό των δικαιωμάτων της ιδιοκτησίας, θέτοντας ερωτήματα όπως: Τι γίνονται τα κέρδη τους; Μερίσματα ή απασχόληση; Τι γίνονται οι φόροι μας; Bailouts ή δημόσια αγαθά;
Εν τέλει, η μεγαλύτερη διαφορά με τους κεϋνσιανούς είναι η στόχευση στην κοινωνική-ταξική κινητοποίηση των μαζών, η επιλογή αυτού που βοηθάει τους αγώνες και όχι την «ανάπτυξη», γενικώς.
 3. Η ευρωζώνη έχει εκραγεί ως οικονομική οντότητα. Ήδη πριν την κρίση, χωρίς συναλλαγματική πολιτική, προϋπολογισμό, φορολογική εναρμόνιση η κατάσταση ήταν αλλοπρόσαλλη. Η κρίση την αποτελείωσε, επιδρώντας με ακραία ασύμμετρο τρόπο στις διαφορετικές περιοχές.
Το σχέδιο του ενιαίου νομίσματος αποδείχτηκε μη συνεκτικό — όχι, όμως, ταξικά αναποτελεσματικό. Η σύγκλιση δεν επήλθε, ο πληθωρισμός δεν συνέκλινε, οι ανταγωνιστικότητες απέκλιναν. Διαμορφώθηκε, έτσι, μια χαώδης μακροοικονομική συνθήκη στην Ε.Ε., στη βάση της οποίας βρίσκεται ο διαφορετικός δομικός πληθωρισμός κατά χώρα.
Επιπλέον, «εσωτερικοί όροι», όπως η εισοδηματική ανισότητα εντός των εθνικών κρατών, παίζουν καθοριστικό ρόλο. Πολλά προβλήματα της ελληνικής κρίσης οφείλονται στον ελληνικό καπιταλισμό: είναι μια ουσιώδης παράμετρος, όχι «παρωνυχίδα», όπως επιμένουν εκσυγχρονιστές και νεοφιλελεύθεροι. Η πραγματική ελληνική «ιδιαιτερότητα» συνίσταται στο ότι η ελληνική αστική τάξη –και δεν εννοώ τις «100 οικογένειες»– υπήρξε διαχρονικά από τις πιο εκμεταλλευτικές στην Ευρώπη, πράγμα που επέδρασε καθοριστικά στο χρέος (λόγω εξαιρετικά μειωμένων εσόδων) και στο εξωτερικό ισοζύγιο (λόγω της επίδρασης των πολυτελών εισαγωγών). Η εσωτερική ακραία ανισότητα προηγήθηκε της εξωτερικής ανισορροπίας (κατά κανόνα έχουμε μεγαλύτερο πληθωρισμό σε οικονομίες με μεγαλύτερες εισοδηματικές ανισότητες).
Η ευρωζώνη βρίσκεται μπροστά στο δίλημμα: αποδόμηση ή ριζική επανίδρυση; Δίλημμα πραγματικό, και όχι εικονικό παράγωγο των «οπαδών του καλού ευρώ», απέναντι στο οποίο η ριζοσπαστική Αριστερά δεν μπορεί να μην τοποθετείται.
Επιπλέον, για μια ταξική και όχι εθνική οπτική της κρίσης, ας κρατήσουμε πως οι ευρωπαϊκές αστικές τάξεις έχουν ποικίλα και συχνά αντιτιθέμενα συμφέροντα, αλλά απέναντι στις εργατικές τάξεις αποτελούν ενιαίο και αρραγές μέτωπο. Η δημιουργία ενός αντίστοιχου εργατικού μετώπου σε ευρωπαϊκό επίπεδο συνιστά sine qua non προϋπόθεση για οποιαδήποτε εργατική απάντηση.
Στο μέτρο που η πρόταση της αποδέσμευσης ούτε καν αναρωτιέται γι’ αυτά, είναι εξαιρετικά αδύναμη στο σημαντικότερο πεδίο: το πολιτικό. Γιατί το κρίσιμο ζήτημα δεν έγκειται τόσο στο οικονομικό κόστος μιας εξόδου από το ευρώ, όσο στην πολιτική αδυναμία της επιλογής της αποδέσμευσης — εκτός αν θεωρεί κανείς πως οι ανταγωνιστικές υποτιμήσεις ευνοούν τη διαμόρφωση του ενιαίου εργατικού μετώπου.
Για να θυμηθώ ξανά τον Σέικ (και τον προβληματισμό του Μπαλιμπάρ), «το διακύβευμα της εποχής είναι πώς θα έχουμε κοινωνική ανατροπή, ώστε να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες της κρίσης, χωρίς να οδηγηθούμε σε πολέμους».
4«Γιατί έχασε η Αριστερά τη δεκαετία του ’70»; Ένα ερώτημα συναφές με τα τωρινά μας πάθη:
Στο Χωρίς Επιστροφή έχουμε τοποθετηθεί αναλυτικά. Συνοψίζω τις αιτίες της αποτυχίας, σε ό,τι αφορά την Αριστερά, σε τέσσερις λέξεις: κυβερνητισμός, κρατισμός, λαϊκομετωπισμός, εθνοκρατισμός.
Η εντύπωση πως φτάνει η κατάκτηση της κυβέρνησης, ενώ το κίνημα «θα στηρίζει», υπήρξε καταδικαστική για τα εγχειρήματα της εποχής.
Επ’ ουδενί είμαστε κρατιστές. Όχι το κράτος, αλλά η κοινωνία πρέπει να βρίσκεται στο προσκήνιο. Οι πρωτοβουλίες αλληλεγγύης και εναλλακτικής οικονομίας και η έκρηξη δημοκρατίας των πλατειών δεν συνιστούν «υποστηρικτικά δευτερεύοντα», αλλά ουσιώδεις μετασχηματιστικές πρακτικές. Ο στόχος δεν περιορίζεται στο σταμάτημα της λιτότητας, αλλά στην κοινωνική ανατροπή.
Καμιά κυβέρνηση της Αριστεράς, κανένα κρατικό παρεμβατικό σχέδιο δεν τελεσφορεί χωρίς την από κάτω κίνηση· μόνο αυτή μπορεί να αλλάξει δραστικά τα παραγωγικά και καταναλωτικά πρότυπα, στην κατεύθυνση μιας «οικονομίας των αναγκών». Η πρόκληση στην καπιταλιστική ηγεμονία περνάει μέσα από πρακτικές όπου μεγάλος αριθμός ανθρώπων αλλάζει από τώρα τα πράγματα.
Τέλος, δεν διατυπώνουμε εθνικές στρατηγικές, οι οποίες αναγκαστικά αρθρώνονται με έναν ανιστόρητο λαϊκομετωπισμό, που δεν διακρίνει παρά «μεγάλο κεφάλαιο» και «λαό». Απαιτείται μια ταξική στρατηγική, που μας συνδέει με τους γερμανούς εργάτες, και όχι με δικά μας αφεντικά.
5. Σήμερα, η ριζοσπαστική Αριστερά, με όλες τις διαφορές, έχει σχεδόν ταυτόσημο πρόγραμμα, καθόλου ριζοσπαστικότερο, με το γαλλικό Κοινό Πρόγραμμα, την βρετανική Εναλλακτική Οικονομική Στρατηγική ή το σουηδικό σχέδιο Meidner του ’70. Ένα πρόγραμμα με άξονες: * ριζική αναδιανομή εισοδήματος και πλούτου * αύξηση μισθών * μείωση ωρών εργασίας * αποεμπορευματοποίηση σημαντικών τομέων της οικονομίας * ενίσχυση βασικών υποδομών, καθολική παροχή δημόσιων αγαθών * διαγραφή ιδιωτικού και δημόσιου χρέους * κοινωνικοποίηση τραπεζών και στρατηγικών επιχειρήσεων. Κάτι σαφώς λιγότερο, δηλαδή, από την Εναλλακτική Στρατηγική των βρετανών Εργατικών του 1975.
Τι μπορεί, λοιπόν, να κάνει τη θετική διαφορά για το σημερινό πρόγραμμα; Η ταξική διάσταση και, μαζί, η διεθνιστική προοπτική.
Τα εγχειρήματα του ’70 είχαν μια σύμφυτη εθνική διάσταση, που λειτουργούσε υπονομευτικά εξαρχής. Η ταξική και η διεθνιστική προοπτική μπορεί να είναι η μεγάλη μας διαφορά. Η βαθιά γνώση, δηλαδή, πως αυτό που θα ξεκινήσει τοπικά δεν θα συνεχίσει –πολύ περισσότερο δεν θα ολοκληρωθεί– τοπικά. Ή θα βρει στήριξη στην εργατική τάξη στην Ευρώπη και τον κόσμο ή θα καταρρεύσει. Η μεγάλη διαφορά είναι η βαθιά γνώση πως τα συμφέροντα και οι ανάγκες των εργαζομένων σε Βορρά και Νότο είναι κοινά. Όχι γενικώς και θεωρητικώς, αλλά τώρα, στη συγκυρία.
Δεν κινούμαστε προς την εφαρμογή, «συνεκτική και ολοκληρωμένη», ενός προγράμματος, μολονότι αυτό είναι απολύτως αναγκαίο. Κινούμαστε προς μια μεγάλη πολιτική και κοινωνική σύγκρουση, που μπορεί να γίνει θρυαλλίδα για μια μεγάλη ανατροπή στην Ευρώπη και στον κόσμο. Αν δεν γίνει, θα σβήσει. Για να γίνει, πρώτη προϋπόθεση είναι η ενεργός αλληλεγγύη των ευρωπαϊκών εργατικών τάξεων — άρα, από μέρους μας μια στρατηγική, αλλά και ρητορική, που θα ενδυναμώνει τους όρους αυτής της αλληλεγγύης.
Χρειαζόμαστε μια απάντηση περισσότερο οικουμενική από την οικουμενικότητα του κεφαλαίου.

Το άρθρο είναι συνεπτυγμένη μορφή της εισήγησης του Χρήστου Λάσκου στη Διεθνή Αντικαπιταλιστική Συνάντηση της Αθήνας (άνοιξη του 2013).

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

Νόαμ Τσόμσκι: «Η Ελλάδα καταστρέφεται βάσει σχεδίου»

Τον έχουν χαρακτηρίσει «Αϊνστάιν της γλωσσολογίας», «Δαρβίνο της εποχής μας» και «κορυφαίο διανοούμενο του κόσμου». Είναι ένας από τους σημαντικότερους ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κάτι που του έδωσε και τον χαρακτηρισμό «ο αντιαμερικανός εξτρεμιστής», τον οποίο χρησιμοποιούν κυρίως οι Αμερικανοί. Η θεμελιώδης πλέον «Ιεραρχία Τσόμσκι», την οποία περιέγραψε το 1956, τον έχει καθιερώσει και ως έναν από τους σημαντικότερους γλωσσολόγους όλων των εποχών. Και όμως, παρ’ ότι έχεις όλα αυτά στο μυαλό σου όταν πηγαίνεις να τον συναντήσεις, ο 83χρονος Νόαμ Τσόμσκι είναι τελικά ακόμη πιο επιβλητικός και εντυπωσιακός από τη φήμη του.

Ο Νόαμ, όπως τον αποκαλούν όλοι στο ΜΙΤ, πηγαίνει κάθε ημέρα στο γραφείο του, στο Τμήμα Γλωσσολογίας και Φιλοσοφίας. Εκεί βρεθήκαμε στις 3.00 το μεσημέρι, 15 λεπτά νωρίτερα από το ραντεβού μας. Η Μπεβ Στολ, η βοηθός του, μας άνοιξε την πόρτα του προθαλάμου του γραφείου του. Είναι αυτή που κανονίζει τα πάντα για εκείνον με κάθε λεπτομέρεια: «Σε πέντε λεπτά θα μπείτε στο γραφείο του, ετοιμαστείτε και ο καθηγητής θα είναι μαζί σας στην ώρα του».

Ένα γραφείο γεμάτο βιβλία παντού. Στην τεράστια βιβλιοθήκη όλα είναι τοποθετημένα σε ράφια με γραμμένη από κάτω την κατηγορία στην οποία ανήκουν. Μια κατηγορία, όμως, ενώ έχει ετικέτα, είναι εντελώς κενή από βιβλία: «Intelligence». Σε κεντρικό σημείο υπάρχει μια τεράστια φωτογραφία του Μπέρτραντ Ράσελ και από κάτω γραμμένη η φράση με την οποία ξεκινά η αυτοβιογραφία του και προφανώς εκφράζει και τον Τσόμσκι: «Τρία πάθη, απλά, αλλά κατακλυσμιαία, εξουσιάζουν τη ζωή μου: Η λαχτάρα για αγάπη, η αναζήτηση της γνώσης και η ανυπόφορη θλίψη για τα βάσανα του ανθρώπινου είδους». Καθήσαμε σε ένα τραπέζι στο μέσον του γραφείου του, και ο Τσόμσκι κάθησε ακριβώς δίπλα μας. Ευτυχώς, γιατί εκτός του ότι είναι συναρπαστικό να τον έχεις κυριολεκτικά σε απόσταση αναπνοής, είναι γνωστό ότι μιλάει πάρα πολύ σιγά. Εκτός όλων των άλλων, φημίζεται και για την απίστευτη μνήμη του, θυμάται απλώς τα πάντα, κάτι που δεν το αρνείται και ο ίδιος: «Ναι, θυμάμαι πολλά πράγματα, αλλά μερικές φορές είναι λίγο βασανιστικό, επειδή οι άλλοι συνήθως δεν θυμούνται». Μπορεί με μεγάλη ευκολία να πηγαίνει από το ένα θέμα στο άλλο σαν να «τραβάει» μέσα στο μυαλό του συρτάρια με γνώσεις και πληροφορίες. Άκουγε κάθε ερώτησή μας σκυφτός, κοιτώντας προς τα κάτω, και μόλις τελειώναμε σήκωνε αμέσως το βλέμμα του και έδινε την απάντησή του κοιτώντας μας κατάματα μέχρι τέλους.
Πάντως ο Τσόμσκι έκανε την πρώτη ερώτηση: «Αλήθεια, τι γίνεται στην Ελλάδα; Τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα».
Ετοιμαζόμαστε να καταστρέψουμε την παγκόσμια οικονομία. Ετσι μας λένε. Όμως η Ελλάδα που είναι λιγότερο από το ένα χιλιοστό της παγκόσμιας οικονομίας θα καταστρέψει όλη την υφήλιο; Δεν είναι γελοίο αυτό;
«Πιστεύω ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: η Ευρωπαϊκή Eνωση, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το ΔΝΤ ασχολούνται με το να καταστρέψουν την Ελλάδα και υπάρχει σχέδιο για αυτό. Βέβαια, για να είμαστε ειλικρινείς, και η Ελλάδα από μόνη της έχει πολλά εσωτερικά προβλήματα. Αυτά που προτείνει η τρόικα, όμως, κάνει αυτά τα προβλήματα πολύ χειρότερα και αδύνατον να λυθούν. Σχεδιάζουν και προτείνουν πολιτικές οι οποίες δεν οδηγούν στην οικονομική ανάπτυξη και στη λύση του προβλήματος και γι’ αυτό όσο προχωρούν τα μέτρα θα φέρνουν λιγότερη ελπίδα και άρα μεγαλύτερη απελπισία στον κόσμο».
Και τι θα κερδίσουν οι λεγόμενες «αγορές» από την καταστροφή της Ελλάδας;
«Ξέρετε, αυτό που ονομάζουν “αγορές”, δεν είναι κάτι ακαθόριστο. Είναι οι μεγάλες τράπεζες σε παγκόσμιο επίπεδο. Γερμανικές, γαλλικές και εμμέσως αμερικανικές τράπεζες. Η τραπεζική κοινότητα, λοιπόν, είναι αυτή που θέλει να αποπληρωθεί. Δεν τους ενδιαφέρει το τίμημα».
Πιστεύετε ότι θα τα καταφέρουν στο τέλος;
«Ήδη πληρώνονται εδώ και πολλά χρόνια. Έπαιρναν πάντα και παίρνουν ακόμη αυτό που θέλουν, αλλά το τελικό αποτέλεσμα ίσως είναι η καταστροφή της Ελλάδας. Η κατάσταση δεν είναι ανάλογη, αλλά υπάρχουν δύο παραδείγματα χωρών, όπως η Αργεντινή και η Ισλανδία, που δεν υπάκουσαν και πλέον πηγαίνουν καλά. Ωστόσο αυτές οι δύο χώρες είχαν το δικό τους νόμισμα, μπορούσαν να πουν “δεν δεχόμαστε τους νόμους του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος” και είχαν τη δυνατότητα να κινηθούν αλλιώς. Η Ελλάδα δεν μπορεί να κάνει ακριβώς αυτό, αφού δεν έχει το δικό της νόμισμα»
Πιστεύετε, παρ’ όλα αυτά, ότι μια επιστροφή στη δραχμή θα ήταν καταστρεπτική για εμάς;
«Ναι, παρ’ ότι είναι ένα πιθανό σενάριο. Γι’ αυτό πιέζει έτσι το ΔΝΤ, διότι ξέρει ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να επιστρέψει στη δραχμή και συνεπώς γνωρίζει ότι μπορεί να πιέσει. Προσέξτε τον φασισμό του οικονομικού συστήματος. Είναι σαν να μου έχετε δανείσει εσείς χρήματα, με ληστρικά κιόλας επιτόκια, να σας αποπληρώνω για κάποια χρόνια και όταν ξαφνικά δεν μπορώ να σας πληρώσω άλλο, να μου λέτε: “Ωραία, θα πληρώσουν οι φίλοι και οι γείτονες για σένα”. Αυτό είναι το ΔΝΤ. Αν ένας επενδυτής, μια τράπεζα ας πούμε, έχει επενδύσει με ρίσκο σε μια χώρα, και βέβαια πάντα με ληστρικά επιτόκια, και κάποια στιγμή η χώρα δεν μπορεί πλέον να πληρώνει, έρχεται το ΔΝΤ και λέει ότι θα πληρώσουν άλλοι για σένα. Αυτοί, φυσικά, είναι πάντα οι φορολογούμενοι των άλλων χωρών, οι οποίοι δεν πήραν ποτέ το συγκεκριμένο δάνειο. Ολα γίνονται, αρκεί να μη χάσουν οι τράπεζες. Και τελικά να μην έχουν στην ουσία κανένα ρίσκο!».
Συγγνώμη, αλλά πώς το αποκαλείτε αυτό το σύστημα;
«Είναι το οικονομικό σύστημα “στυγνή ληστεία”».
Πολύ περιγραφικό όνομα για οικονομικό σύστημα…
«Μα δεν είναι καν μυστικό, το λένε και οι ίδιοι! Πριν από μερικά χρόνια ένας υψηλά ιστάμενος του ΔΝΤ το χαρακτήρισε “κοινότητα της πίστωσης και της επιβολής”. Ακριβώς όπως η Μαφία! Οπως οι μαφιόζοι, έχουν και τα λεφτά να σε δανείσουν, αλλά και τον τρόπο να σ’ τα πάρουν πίσω».
Αρα η ανυπακοή και η μη πληρωμή του χρέους μας είναι η πρότασή σας;
«Προσέξτε. Η ανυπακοή πολλές φορές θέλει ψυχραιμία και υπομονή. Και κυρίως να βρείτε τον τρόπο που σας ταιριάζει».
Το ίδιο σύστημα, όμως, δεν επιβάλλεται και εδώ στις Ηνωμένες Πολιτείες;
«Βεβαίως. Από τα πρώτα χρόνια του Ρίγκαν και ως σήμερα, πάρα πολλές φορές έχουν κληθεί οι αμερικανοί πολίτες να πληρώσουν τα κεφάλαια τραπεζών που χάθηκαν σε επενδυτικά ρίσκα που πήραν οι ίδιες εντός και εκτός ΗΠΑ. Αυτό, προσέξτε, δεν θα συνέβαινε σε ένα καπιταλιστικό σύστημα. Αλλά συμβαίνει στο δικό μας οικονομικό σύστημα, διότι απλώς είναι “γκανγκστερικό”. Μάλιστα υπάρχει και όνομα για αυτό το σύστημα, ο Στίγκλιτζ θα σας έχει μιλήσει φαντάζομαι. Ονομάζεται “πολύ μεγάλο για να αποτύχει”. Αυτό περιγράφει στην ουσία την πολιτική “παροχής εξασφάλισης” από την πλευρά της αμερικανικής κυβέρνησης, η οποία διασφαλίζει στις τράπεζες και στους επενδυτικούς οργανισμούς πως “ό,τι ρίσκο και να πάρετε, όταν το σύστημα καταρρεύσει και δεν θα μπορείτε να πάρετε άλλα λεφτά, θα σας τα δώσουμε εμείς από τα χρήματα των φορολογουμένων”. Παρεμπιπτόντως, το σύστημα καταρρέει κάθε τόσο».
Οι οίκοι αξιολόγησης τι ρόλο παίζουν σε όλα αυτά;
«Οι οίκοι αξιολόγησης συμπληρώνουν ιδανικά το “γκανγκστερικό σύστημα”, αφού έχουν συνυπολογίσει, πριν από κάθε επένδυση, ότι αν κάτι δεν πάει καλά στη χώρα στην οποία γίνονται επενδύσεις, τότε θα αναλάβει τα χρέη η εκεί κυβέρνηση, δηλαδή οι φορολογούμενοι. Δηλαδή κάτι το οποίο αποτελεί σκάνδαλο, αυτοί το έχουν συμπεριλάβει στους υπολογισμούς τους! Γι’ αυτό και κάποιοι, πολύ λίγοι, ακόμη και μέσα σε αυτήν την κρίση, τα καταφέρνουν μια χαρά. O ρόλος των οίκων αξιολόγησης ενισχύθηκε από τη δεκαετία του ’70 και μετά, όταν το σύστημα πραγματικά απογειώθηκε και συγκεντρώθηκε τεράστιος πλούτος στα χέρια πολύ λίγων. Όλοι γνωρίζουν ότι οι ΗΠΑ είναι μια χώρα ανισοτήτων, αλλά αυτό που ίσως δεν είναι αντιληπτό είναι ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος αυτής της ανισότητας προέρχεται από το ένα τοις χιλίοις του πληθυσμού».
Και εμείς οι πολίτες, όμως, δεν αντιδράσαμε καθόλου και τα αποδεχτήκαμε όλα αυτά που καθορίζουν τη ζωή μας.
«Μα δεν τα έχουμε αποδεχτεί! Δεν μας δόθηκε καμία επιλογή και καμία εναλλακτική. Δεν μας ρώτησε κανένας: “Σας αρέσει το ΔΝΤ;”. Εμένα δεν με ρώτησε κανένας, εσάς; Απλώς το σχεδίασαν και μας το επέβαλαν».
Γι’ αυτό η Goldman Sachs, ας πούμε, αν και βασική υπεύθυνη της κρίσης, βγάζει ακόμη τεράστια κέρδη;
«Ακριβώς. Αν και είναι βασικοί υπεύθυνοι και από τους αρχιτέκτονες της κρίσης, τα πάνε μια χαρά, με τεράστιους μισθούς και με μπόνους. Αυτό συμβαίνει επειδή απλώς ανήκουν στο σύστημα που προανέφερα. Η Goldman Sachs τώρα είναι πλουσιότερη από ποτέ. Αλλά ο κόσμος δεν εστιάζει σε γεγονότα όπως αυτό, διότι η προπαγάνδα αναζητεί και βρίσκει άλλους “υπεύθυνους” να κατηγορήσει. Κατά τη διάρκεια της κρίσης, όμως, ένα από τα μεγαλύτερα λάθη είναι να στοχοποιείς διάφορες κοινωνικές ομάδες».
Η στοχοποίηση, όμως, συμβαίνει και από τις δύο πλευρές. Και από το κράτος προς κάποιους, αλλά και από τους πολίτες προς κάποιους άλλους. Δεν είναι επικίνδυνο αυτό; Υπάρχει «καλή» στοχοποίηση;
«Όχι βέβαια. Προσέξτε τι γίνεται. Από την πλευρά του κράτους έχουμε ορισμένους ιδιαίτερα εύκολους στόχους, όπως είναι για παράδειγμα οι δάσκαλοι και η Παιδεία γενικότερα. Από την πλευρά του πληθυσμού τώρα, έχουμε τον εύκολο στόχο, που είναι οι αλλοδαποί, και στην Ευρώπη εξαπλώνεται ανησυχητικά το φαινόμενο της μετανάστευσης. Στην Ουγγαρία με το νεοφασιστικό κόμμα Τζομπίκ, στην Αγγλία με το Βρετανικό Εθνικό Μέτωπο και την Αγγλική Αμυντική Λίγκα. Και αν σας ακούγεται ανακουφιστικό ότι σε διάφορες χώρες της Ευρώπης τα ακροδεξιά ρατσιστικά κόμματα παίρνουν κάτω από 10%, μην ξεχνάτε ότι το 1928 στη Γερμανία το Ναζιστικό Κόμμα είχε πάρει κάτω από 3%. Πέρυσι βγήκε στη Γερμανία το βιβλίο του Τίλο Σαραζίν “Η Γερμανία καταργεί τον εαυτό της”, στο οποίο ισχυρίζεται ότι οι μετανάστες καταστρέφουν τη χώρα. Έγινε μπεστ σέλερ. Η δε καγκελάριος Μέρκελ, παρ’ ότι καταδίκασε το βιβλίο, δήλωσε ότι η πολυπολιτισμικότητα έχει τελικά αποτύχει. Οι Τούρκοι και οι Άραβες που τους έκαναν εισαγωγή για να κάνουν τη βρώμικη δουλειά “απέτυχαν”, δηλαδή, να γίνουν ξανθοί και γαλανομάτηδες, κανονικοί άριοι…».
Υπάρχει πάντως το παράδοξο σε καιρούς οικονομικής και κοινωνικής ηρεμίας οι άνθρωποι να επιλέγουν τον καπιταλισμό και να θυμούνται όλα τα κακά του σοσιαλισμού. Οταν όμως έρχεται η οικονομική κρίση, τότε βρίζουν τα κακά του καπιταλισμού και μνημονεύουν τα καλά του σοσιαλισμού. Είναι λίγο ανόητο αυτό. Πώς γίνεται να αλλάξει;
«Αυτό είναι και το ένα και μοναδικό μήνυμα που πραγματικά έχω να δώσω. Δεν είναι συνταγή και πρέπει ο καθένας να το καταφέρει μόνος του: Χρησιμοποιήστε την κοινή λογική».
Με αυτό που λέτε ελπίζετε να βελτιώσετε τον κόσμο;
«Δεν θέλω να βελτιώσω τον κόσμο, θέλω οι άνθρωποι να τον βελτιώσουν».
Ποια είναι η άποψή σας για τον Μπαράκ Ομπάμα; Σας φαίνεται, όπως λένε, να έχει ξεχάσει ότι ο Λευκός Οίκος χτίστηκε από χέρια μαύρων;
«Όταν εξελέγη ο Ομπάμα, δεν είχα καμία προσδοκία από αυτόν. Το είχα γράψει και το είχα πει πριν από την εκλογή του. Αυτός ο άνθρωπος δεν είχε καθόλου αρχές. Είναι ένας οπορτουνιστής χωρίς αρχές. Από την άλλη όμως, το να έχουμε μια οικογένεια μαύρων στον Λευκό Οίκο είναι ένα μεγάλο ιστορικό κατόρθωμα. Συμβολίζει σπουδαία πράγματα για την τεράστια ομάδα των Αφροαμερικανών, αλλά κυρίως για την παγκόσμια κουλτούρα και τον πολιτισμό. Το να περιμένεις, πάντως, κάτι από τον Ομπάμα είναι τεράστιο λάθος».
Ολα αυτά τα χρόνια που σας ακούω και σας διαβάζω, μου θυμίζετε ήρωα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας.
«Αλήθεια; Μισό λεπτό να καλύψω τις φτέρνες μου».
Ειλικρινά, μοιάζει σαν να προσπαθείτε να αλλάξετε τη μοίρα που οι ίδιοι οι άνθρωποι έχουν επιλέξει για τον εαυτό τους. Αυτό δεν είναι κάπως μάταιο; Στο τέλος δεν θα είναι έτσι και αλλιώς χαμένη μάχη;
«Όχι, δεν την έχουν επιλέξει οι άνθρωποι τη μοίρα τους. Εγώ πάντως δεν την έχω επιλέξει. Έχει όμως σχεδιαστεί. Ο Ανταμ Σμιθ (που έγραψε τον “Πλούτο των εθνών”) δεν ήταν ηλίθιος που έγραψε αυτά που έγραψε».
Ας περάσουμε σε κάτι άλλο που αφορά την Ελλάδα. Πώς εξηγείτε την επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας;
«Υπάρχουν πάρα πολλοί ιστορικοί λόγοι για αυτό. Πάντως πιστεύω ότι η Ελλάδα έχει μπει σε ένα παιχνίδι υπερβολικής σπατάλης για όπλα και αυτό έχει προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στη χώρα, αφού ο προϋπολογισμός για τους εξοπλισμούς είναι πολύ μεγαλύτερος από όσο θα μπορούσε να αντέξει η οικονομία σας. Σκεφτείτε λίγο πρακτικά. Στην ακραία περίπτωση σοβαρής εμπλοκής μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, η πιθανότητα να χρησιμοποιηθεί όλος αυτός ο στρατιωτικός εξοπλισμός και να φέρει αποτέλεσμα είναι σχεδόν μηδενική. Διότι απλώς η δύναμη της Τουρκίας είναι πολλαπλάσια ποσοτικά».
Ομως στην ουσία οι ΗΠΑ μάς έχουν υποχρεώσει σε αυτά τα τεράστια έξοδα για εξοπλισμούς.
«Φυσικά. Το λατρεύουν αυτό οι ΗΠΑ. Σχεδόν όλη η οικονομία των ΗΠΑ στηρίζεται στους εξοπλισμούς. Σκεφτείτε ότι επί Μπιλ Κλίντον η Τουρκία έγινε αναλογικά ο υπ’ αριθμόν ένα αγοραστής όπλων στον κόσμο μαζί με την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Αυτός είναι και ένας πολύ βασικός λόγος για τον οποίο εξοπλίζουμε το Ισραήλ. Εκτός από το ότι το κάνουμε για να ευχαριστήσουμε το ισραηλινό λόμπι, τους εξοπλίζουμε για να τους χρησιμοποιήσουμε και ως “διαφημιστικό”, ως “teaser” για άλλες χώρες. Τα όπλα που αγοράζει το Ισραήλ δεν είναι καμία σοβαρή ποσότητα, αλλά μετά έρχεται η Σαουδική Αραβία και λέει ότι θέλει εκατονταπλάσια ποσότητα από τα ίδια όπλα. Αλλά, για να είμαστε δίκαιοι, δεν το κάνουν μόνο οι ΗΠΑ. Το κάνει και η Βρετανία».

Οι μεγάλες δυνάμεις, όμως, γιατί κάνουν εδώ και δεκαετίες τα «στραβά μάτια» στις παρανομίες που έχει διαπράξει η Τουρκία;

«Μερικές φρικαλεότητες της Τουρκίας έχουν γίνει και με την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως αυτές που διέπραξε τη δεκαετία του ’90 στο νοτιοανατολικό της τμήμα εναντίον των Κούρδων, οι οποίοι είναι περίπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού της. Μετά η Τουρκία πήρε μέρος και στον πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας».

Οι διανοούμενοι της Ευρώπης, όμως, δεν πολυμιλάνε για όλα αυτά. Τελικά ο διανοούμενος που υπηρετεί τους δυνατούς μπορεί να συνεχίσει να λέγεται έτσι;

«Αυτή της Τουρκίας δεν είναι η μόνη περίπτωση, αλλά είναι πολύ ενδεικτική της κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι διανοούμενοι της Δύσης».

Την ένταση που υπάρχει τελευταία μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ πώς την εξηγείτε;

«Αυτήν τη φορά η Τουρκία έχει έναν πολύ καλό λόγο, αφού ένα τουρκικό πλοίο δέχθηκε επίθεση σε διεθνή ύδατα και σκοτώθηκαν εννέα Τούρκοι. Αυτό ήταν κανονική πειρατεία. Οι Ισραηλινοί άλλωστε συνηθίζουν να τα κάνουν αυτά από παλιά. Κανένα κράτος δεν θα τη γλίτωνε με αυτά που κάνει το Ισραήλ, αλλά όταν έχεις τις ΗΠΑ από πίσω σου, κάνεις ό,τι θέλεις. Σκοτώθηκαν λοιπόν από τα πυρά των Ισραηλινών εννέα άνθρωποι, από τους οποίους να σημειώσουμε κανένας δεν ήταν αμερικανός πολίτης, και η Τουρκία απαίτησε από το Ισραήλ να ζητήσει συγγνώμη».

Πιστεύετε δηλαδή ότι πίσω από τις κινήσεις τις Τουρκίας κρύβεται και αίσθημα δικαίου;

«Οχι. Ξέρετε εσείς να υπάρχει κάποιο κράτος που να είναι κράτος δικαίου; Τα κράτη δεν είναι οργανισμοί ήθους και ηθικής, είναι οργανισμοί ισχύος».

Πιστεύετε ότι θα υπάρξει κάποια στιγμή στο μέλλον ένα κράτος που θα είναι κράτος δικαίου;

«Όχι, ποτέ. Εφόσον κάτι είναι κράτος δεν μπορεί να είναι δίκαιο. Βέβαια, φυσικά και υπήρξαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν άνθρωποι που είναι ηθικοί και οι οποίοι προσπαθούν να επιβάλλουν το ήθος τους σε κάποια κομμάτια του κράτους. Αλλά το να περιμένεις από ένα κράτος ισχύος να συμπεριφέρεται δίκαια είναι μάταιο και ανόητο. Τα κράτη ως οργανισμοί λειτουργούν με τις δικές τους αρχές και τα δικά τους συμφέροντα. Ολη η ιστορία των κρατών είναι κάπως έτσι».

Οι λαοί, λοιπόν, κάνουν ένα διαρκές ταξίδι από ελπίδα σε ελπίδα και από όνειρο σε όνειρο, χωρίς αυτό να οδηγεί κάπου καλύτερα;

«Όχι, εγώ δεν το βλέπω έτσι. Εγώ το βλέπω περισσότερο σαν το σκαρφάλωμα ενός βουνού με στόχο να κατακτήσεις την κορυφή. Κάθε φορά όμως που φτάνεις στην κορυφή που έχεις βάλει στόχο, ανακαλύπτεις ότι από εκεί φαίνεται μια άλλη, νέα, πέρα από αυτήν που κατέκτησες, και πρέπει να αρχίσεις πάλι το ταξίδι. Τότε όμως δεν πρέπει να ξεχνάς ότι έχεις ήδη κατακτήσει τον προηγούμενο στόχο σου. Νομίζω ότι αυτή είναι όλη η ανθρώπινη Ιστορία, επαναλαμβανόμενες κορυφές, για τις οποίες κάποιοι έχουν παλέψει ώστε να κατακτηθούν. Το πιο φυσιολογικό λοιπόν είναι να βρίσκει ο άνθρωπος μπροστά του ακόμη ψηλότερες κορυφές, τις οποίες δεν γνώριζε από πριν, και θα πρέπει να τις κατακτήσει. Αρα δεν πιστεύω ότι το ταξίδι είναι χωρίς ελπίδα, είναι απλώς μια συνεχής επίτευξη στόχων».

Και το ταξίδι θα υπάρχει έπειτα από κάθε άνθρωπο και έπειτα από κάθε εποχή;

«Ακριβώς. Γι’ αυτό σε κάθε εποχή ας κάνει ο άνθρωπος τη δουλειά του, που είναι να κατακτήσει τις κορυφές που του αναλογούν. Δείτε τι συνέβη με τη Λατινική Αμερική. Ήταν επί 500 χρόνια κάτω από φοβερή καταπίεση, κυρίως των Ευρωπαίων και μετά των Αμερικανών. Όλα αυτά τα χρόνια εκατοντάδες προσπάθειες να απελευθερωθούν κατεστάλησαν και πνίγηκαν στο αίμα. Όμως τα τελευταία δέκα χρόνια οι λαοί της Λατινικής Αμερικής έχουν φέρει τα πάνω κάτω. Απελευθέρωσαν τις χώρες τους από τις χούντες και την καταπίεση με τρόπο εντυπωσιακό».

Πιστεύετε ότι μπορεί να συμβεί το ίδιο και με την «Αραβική άνοιξη»;

«Έχουν ήδη υπάρξει τεράστιες αλλαγές, οι οποίες πιθανότατα θα είναι μόνιμες. Βέβαια έχουν πολύ δρόμο ακόμη μπροστά τους, αλλά μετρούν ήδη κάποιες σημαντικές επιτυχίες. Μία από αυτές, την οποία φυσικά δεν πολυπροβάλλουν τα δυτικά ΜΜΕ, είναι η δημιουργία πραγματικού εργατικού κινήματος στην Τυνησία και στην Αίγυπτο, χώρες οι οποίες δεν είχαν ποτέ κάτι τέτοιο. Τώρα πλέον είναι δυνατόν ακόμη και σε αυτές τις δύο χώρες να δημιουργήσουν ένα ανεξάρτητο εργατικό συνδικάτο».

Αυτή η απελπισία τού σήμερα πώς μπορεί να αλλάξει και να γίνει ελπίδα;

«Δεν ξέρω. Αν γνωρίζετε την απάντηση πείτε τη και σε εμάς. Την έχουμε ανάγκη απεγνωσμένα».

Η εποχή χαρακτηρίζεται από την απουσία σπουδαίων ηγετών, ειδικά στην Ευρώπη, αλλά και αλλού. Είναι άραγε θέμα κακής συγκυρίας ή φυσιολογικό αποτέλεσμα των καιρών;

«Δεν πρέπει να ψάχνεις για σπουδαίους ηγέτες. Αν κάνεις εσύ κάτι σημαντικό, θα δημιουργήσεις τη δική σου σπουδαία ηγεσία και δεν θα επιτρέψεις να δημιουργηθεί αυτό που ονομάζεις ανεπαρκή ηγεσία».

Μήπως ένα μεγάλο πρόβλημα είναι ότι οι άνθρωποι συγχέουμε εντελώς τις έννοιες «συνηθισμένο» και «φυσιολογικό» και πλέον πιστεύουμε ότι αυτό που είναι συνηθισμένο στη ζωή μας είναι και το φυσιολογικό;
«Σωστό είναι αυτό, πρέπει όμως να καταφέρνεις να διακρίνεις μέσα σου τις αληθινές, τις ειλικρινείς κινητήριες δυνάμεις».
Για εσάς ποιες είναι αυτές οι βασικές κινητήριες δυνάμεις;
«Είναι πολλές και γνωρίζω μερικές από αυτές. Για παράδειγμα, η δυστυχία από την οποία υποφέρουν οι άνθρωποι και κυρίως αυτή για την οποία έχω συνυπευθυνότητα. Αυτό είναι βασανιστικό. Ζούμε σε μια ελεύθερη κοινωνία και τα προνόμιά μας σημαίνουν αυτόματα και ευθύνες».
Μοιάζει πάντως στην Ελλάδα οι άνθρωποι να έχουμε υποστεί συλλογική κώφωση: μιλάμε όλοι, ενώ κανένας δεν ακούει κανέναν. Δεν είναι ένα βασικό πρόβλημα αυτό;
«Θα σας πω κάτι από τη δική μου πείρα. Η οικογένειά μου ανήκε στην εργατική τάξη και υπήρχαν πολλοί άνεργοι. Αντικειμενικά τότε η κατάσταση ήταν πολύ χειρότερη απ’ ό,τι είναι τώρα. Υποκειμενικά, όμως, τότε ήταν πολύ καλύτερα τα πράγματα ως προς την προοπτική. Τώρα επικρατεί κυρίως μια τεράστια απελπισία σε σχέση με το μέλλον, ενώ τότε κυριαρχούσε η ελπίδα ότι “δεν έχουμε τίποτε, αλλά μπορούμε να κάνουμε πράγματα για ένα καλύτερο αύριο”. Μαζευόμασταν και κουβεντιάζαμε για το πώς θα βελτιώσουμε την κατάσταση για την οικογένειά μας. Αυτό ακριβώς πρέπει να κάνει κάθε μικρή κοινωνική ομάδα και τώρα στην Ελλάδα».
Είναι γνωστό ότι αγαπάτε τη χώρα μας και ότι καλός προφήτης είναι αυτός που αγαπά. Τώρα που κλείνουμε αυτήν τη συζήτηση τι θα προφητεύατε για εμάς;
«Σας εύχομαι, μέσα από την καρδιά μου, να έχετε πολλή και καλή τύχη σε αυτούς τους ιδιαίτερα δύσκολους και επίπονους καιρούς, με όλες αυτές τις ισχυρές δυνάμεις που προσπαθούν να συντρίψουν την ελληνική κοινωνία και τη χώρα σας».

Νόαμ Τσόμσκι: Η Ελλάδα στην πρώτη γραμμή ανατροπής των Μνημονίων
* Τη συνέντευξη πήρε ο Μάκης Προβατάς και δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜagazino στις 16 Οκτωβρίου 2011.